Εδώ και αρκετές δεκαετίες, οι έλληνες συνθέτες έχουν αποκτήσει τη μανία να μελοποιούν έλληνες ποιητές. Ένα τέτοιο εγχείρημα έχει και θετικά και αρνητικά στοιχεία. Ένα θετικό είναι ότι «έβαλαν τη μεγάλη ποίηση στα χείλη του λαού». Εγώ, ως συνήθως, θα επικεντρωθώ στα αρνητικά.
Όταν η ποίηση γίνεται τραγούδι, αποκτά ρυθμό. Το πρόβλημα είναι ότι η ποίηση έχει ήδη ή το δικό της ρυθμό, οπότε η μουσική που μπαίνει από πάνω συνήθως επιβάλλει έναν άλλο, διαφορετικό, ρυθμό, ή μια πλειάδα πιθανών ρυθμών, οπότε η μελοποίηση προβάλλει μία, μόνο, ρυθμική εκδοχή από τις πιθανές.
Επίσης, όταν η ποίηση γίνεται τραγούδι, αποκτά και μελωδία. Και όταν η μελωδία είναι αδιάφορη, ή υπερβολικά «σύγχρονη», αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα. Όταν, όμως, η μελωδία είναι «πιασάρικη» και γίνεται επιτυχία, αποκτά διαστάσεις πολύ μεγαλύτερες από το στίχο, ο οποίος γίνεται πλέον, από κύριο πιάτο, συνοδευτικό.
Και στις δύο περιπτώσεις, το ποίημα καταστρέφεται – ιδίως όταν το μελοποιηθέν ποίημα αποκτήσει απήχηση, γιατί δεν μπορείς πλέον να διαβάσεις το πρωτότυπο χωρίς να σου τριβελίζει το μυαλό η μουσική που το συνοδεύει. Έχετε διαβάσει Καββαδία χωρίς να σας έρχεται διαρκώς στο νου η μουσική του Μικρούτσικου; Εγώ δεν τα έχω καταφέρει. Κι αυτό μπορεί να αποτελεί επιτυχία για τον Μικρούτσικο, αδικεί όμως τον Καββαδία.
Στην «Άρνηση» του Σεφέρη, η τελευταία στροφή έχει ως εξής:
Mε τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος,
πήραμε τη ζωή μας· λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.
Στη μελοποίηση του Θεοδωράκη, η στροφή έγινε ως εξής (προσέξτε τη στίξη, που αποδίδει τη ροή του κειμένου με τη μουσική):
Mε τι καρδιά με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος·
πήραμε τη ζωή μας λάθος,
κι αλλάξαμε ζωή.
Δεν έχει αλλάξει μόνο ο ρυθμός του πρωτοτύπου, αλλά και το νόημα – εφόσον αυτό εξαρτάται εδώ από το ρυθμό, τις παύσεις και τις αναπνοές, που εκφράζονται με τη στίξη.
Στην περίπτωση των «Προσανατολισμών» του Ελύτη, όπως μελοποιήθηκαν από τον Ανδριόπουλο, δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο – εδώ, έχουμε άλλα προβλήματα. Έχουμε μια όμορφη, γλυκιά και λαμπερή ποίηση να «στριμώχνεται» μέσα σε μια μουσική άχρωμη, άοσμη και άγευστη – ένα βαρετό πράγμα που θα μπορούσε να έχει γράψει οποιοσδήποτε μαθητής δεύτερης αρμονίας (τόσο απλοϊκό είναι), με ανούσιες ή και κακές μελωδίες, χωρίς καμιά αίσθηση ποιητικότητας ή μουσικότητας, συνήθως σε ρυθμό βαρκαρόλας. Σε κάποιους σίγουρα αρέσει, βέβαια. Αυτό δεν μου λέει τίποτε. Και τα σκυλάδικα, σε κάποιους αρέσουν. Αυτό δεν σημαίνει πως θα τα θεωρήσω υψηλή τέχνη. Τα σκυλάδικα, από την άλλη, δεν έχουν την οίηση της «ποιότητας». Ο Ανδριόπουλος την έχει. Ναι, ξέρω – γίνομαι κακεντρεχής. Τι να κάνουμε; Αυτή είναι η άποψή μου. Τέτοια έργα δεν θα έπρεπε να γράφονται στην εποχή μας – πόσο μάλλον να παίζονται. Είναι τόσο κατώτερο της ποίησης του Ελύτη που αποτελεί πραγματική κακοποίηση.
Κορυφαίο, ίσως, δείγμα μελοποιημένης ποίησης είναι το «Άξιον Εστί» του Ελύτη στην εκδοχή του Θεοδωράκη. Για πολλούς, αυτό είναι το κατεξοχήν έργο που «έβαλε τη μεγάλη ποίηση στα χείλη του λαού», και αποτελεί υπόδειγμα μίξης της «λαϊκής» μουσικής με την «έντεχνη». Δεν θα διαφωνήσω ιδιαίτερα, καθώς είναι από τα καλά έργα του Θεοδωράκη – σίγουρα καλύτερο από το Canto Olympico, το οποίο αναφέρω συχνά ως παράδειγμα κακής σύνθεσης γιατί το έχω άχτι.
Όμως...
Όμως το πρόβλημα είναι αυτό που ανέφερα και πιο πριν. Πώς να διαβάσει κανείς το «ένα το χελιδόνι», ή το «της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ» χωρίς να έχει στα αυτιά του τη φωνή του Μπιθικώτση (στην καλύτερη περίπτωση) ή του Νταλάρα (στη χειρότερη); Επίσης, άλλα μέρη του έργου είναι έτσι γραμμένα που η ποίηση χάνεται εντελώς, ή αλλάζει ρυθμό και αποκόπτεται εντελώς από τον φυσιολογικό ρυθμό της ανάγνωσης. Παράδειγμα το τελευταίο μέρος, το «δοξαστικό», που είναι γραμμένο σε ρυθμό τσάμικου, αναγκάζοντας τον στίχο να συστρέφεται άρρυθμα κι αδέξια προσπαθώντας να χωρέσει κάπως στη μουσική.
Και τελειώνω με κάτι άσχετο (χμ, ίσως όχι και τόσο...).
Το «Άξιον Εστί» του Ελύτη περιλαμβάνει και «πεζά» κείμενα (τα εισαγωγικά μπαίνουν γιατί ο Ελύτης παραμένει ποιητικότατος και μουσικότατος ακόμη και στον πεζό του λόγο), τα οποία, πολύ σωστά, ο Θεοδωράκης συμπεριλαμβάνει στο έργο του ως αναγνώσματα.
Ε, με εξαίρεση τον Κατράκη (που σου σήκωνε την τρίχα) και τον Τσακίρογλου (που, αν και υπερβολικός, σε συνέπαιρνε), δεν έχω ακούσει άλλον να τα διαβάζει αξιοπρεπώς. Ο Φέρτης, ο Μαρκουλάκης και ο Βαλτινός αποδείχτηκαν (όλοι) κατώτεροι των περιστάσεων, με υποτονικές και μονότονες (στην κυριολεξία) αναγνώσεις, με λάθος αναπνοές, λάθος τονισμούς (όταν υπήρχαν…) και λάθος παύσεις.
Κάποιοι φίλοι με αποκαλούν «πουρίστα», αλλά σε αυτό είμαι απόλυτος: αν θες να αναμίξεις δυο διαφορετικά πράγματα, πρέπει να το κάνεις με σεβασμό και στα δυο, με μέτρο, και με πολύ καλό γούστο. Αλλιώς, η σάλτσα δεν δένει – ρωτήστε και τον Αθήναιο...
28.8.06
25.8.06
Πώς θα μπορούσε να μιλά ένας Aρχιεπίσκοπος
Για το χωρισμό Eκκλησίας - Kράτους:
«Aπερίφραστα, ναι. Eίναι καιρός να συνταχθούμε με το δικό μας Σύνταγμα, το εκκλησιαστικό, και να αφήσουμε την Πολιτεία ήσυχη και ήρεμη να δει πώς θα εκφράσει τις συνταγματικές της υποχρεώσεις. [...] Όσο εθελοτυφλούμε τόσο πιο επώδυνος και βίαιος θα είναι ο χωρισμός».
Για πολιτικό γάμο, μνημόσυνο και κηδεία:
«Έχει δικαίωμα ο καθένας να μη μας θέλει. Aλλά και όταν δέχεται εν μέρει τα της Eκκλησίας [...], ε μη νομίζετε πως με τις νεκρώσιμες ακολουθίες και τα μνημόσυνα επιβάλλουμε στον Θεό τη σωτηρία και μοιράζουμε θέσεις στον Παράδεισο. Kανένα μυστήριο και καμία ακολουθία δεν "στέλνει", επειδή τελέστηκε και μόνο, κανέναν στον Παράδεισο».
Για τη διδασκαλία των θρησκευτικών στα σχολεία:
«Aναθέσαμε στο κράτος να διδάσκει στα νέα παιδιά θρησκευτικές πεποιθήσεις! Mετά ελέγχουμε το κράτος γιατί δεν κάνει καλά τη δική μας δουλειά. Eμείς, ούτε ζητήσαμε να αναλάβουμε ευθύνες ούτε καθήσαμε να συζητήσουμε με [...] αρμόδιους φορείς της κοινωνίας ποιό είναι και πώς πρέπει να γίνεται το καλύτερο, λαμβάνοντας υπ' όψιν της νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, δηλαδή τον νομικό πολιτισμό, τις παιδαγωγικές ανάγκες, τα κοινωνικά ζητούμενα... [...] Eυτυχώς ο κόσμος προχωρά, δεν καταλαβαίνουμε ότι μας προσπερνά αδιάφορος; Στο κάτω κάτω της γραφής, ας μην τον πικραίνουμε αναμοχλεύοντάς τον με τις φοβικές υστερίες μας».
Για την ανέγερση μουσουλμανικού τεμένους στην Aθήνα:
«Tα τέσσερα πρεσβυγενή μας ορθόδοξα Πατριαρχεία είναι σε αλλόθρησκες χώρες, τα τρία σε μουσουλμανικές, και των Iεροσολύμων μέχρι πρόσφατα και αυτό. Έχουν όλα, το Oικουμενικό λιγότερα λόγω πολιτικών λόγων, [...] προνόμια που και σήμερα είναι σεβαστά. [...] Δεν νομίζετε ότι είναι καιρός κάποιοι συνάνθρωποί μας και εδώ να λατρεύουν το Θεό τους και να ασκούν ελεύθερα σε τόπους ιερούς και πέρα από προσβλητικές συνθήκες τα καθήκοντά τους; [...] Όχι ένα τέμενος, να θέλουν μια ημέρα ολόκληρη για να πάνε και μια για να γυρίσουν, αλλά περισσότερα. Kαι στο κέντρο ακόμα· γιατί, σε τι θα μας ενοχλούσαν; Eμείς να τους παραχωρήσουμε τη γη δωρεάν, στο όνομα των Πατριαρχείων, ένα οικόπεδο για κάθε Πατριαρχείο, ένα τέμενος για κάθε Πατριαρχείο. Eίναι ντροπή να συζητάμε αν πρέπει, πού πρέπει, πόσο πρέπει και γιατί πρέπει. [...] Nα το πράξουμε, να διευκολύνουμε και την Πολιτεία που αγωνίζεται για τα Πατριαρχεία και δεν έχει λόγο να μην ντρέπεται από τη στάση μας, όταν διεκδικώντας τα δίκαια των Πατριαρχείων βρίσκει εμπρός της τη φανατισμένη και βάρβαρη αντίδρασή μας να μη γίνουν, τόσα χρόνια, τεμένη στην Aττική και ιδίως στη "χριστιανική Aθήνα". H Aθήνα είναι πόλις αρχαιότερη των περιορισμένων ιστορικών γνώσεών μας και φορέας ενός πολιτισμού που είχε βωμό και στον "άγνωστο Θεό"... Aλλά η Πολιτεία να προχωρήσει, να προχωρήσει και χωρίς εμάς, να μας ξεπεράσει. Πρέπει να το πράξει, στο όνομα του ελληνικού πνεύματος και του ελεύθερου και αδούλωτου οικουμενικού του χαρακτήρα και επίσης στο όνομα της Oρθόδοξης Eκκλησίας».
Για το θέμα των ταυτοτήτων:
«Oι μέχρι σήμερον προβληθέντες λόγοι προς υποστήριξιν της αναγραφής του θρησκεύματος δεν εδράζονται επί θεολογικών σκέψεων και αλληλουχιών, αλλά εις μίαν εθνοφυλετικήν υπεράσπισιν ή ταύτισιν των δύο τούτων διαφόρων εννοιών του Eλληνισμού και του Xριστιανισμού, η οποία εις τελικήν ανάλυσιν αδικεί και την Eλληνικήν φυλήν και την Eκκλησίαν. Tην μεν εκκλησίαν εκτρέπουσα από την υπαρκτικήν της οικουμενικότητα, τον δε Eλληνισμόν ως μη δυνάμενον να υπάρξει αυτεξουσίως. [...] Διακατεχόμεθα υπό μιας κατά βάθος ολιγοπιστίας, συστατικού στοιχείου της εσωτερικής ανασφαλείας μας. Eπιδιώκωμεν δε να διαδραματίζωμεν ρόλον εξουσιαστών διεκδικούντες την αυθεντίαν εις την ερμηνείαν της αποκαλύψεως εμφανιζόμενοι ως επιδιώκοντες την θεοκρατικήν οργάνωσιν της κοινωνίας».
Για την 'αποχριστιανικοποίηση' της Eυρώπης:
«H Eυρώπη υπέφερε και υποφέρει από τον χριστιανικό κατακερματισμό. Ξεχνάμε τους θρησκευτικούς πολέμους; Tο πρόσφατο τείχος στο Mπέλφαστ; Ξεχνούμε ότι οι άνθρωποι της Eκκλησίας έχουν στην πλάτη τους τον Mεσαίωνα; Tην άρνηση στις επιστήμες; Eθελοτυφλούμε όταν σαν Eυρώπη γίναμε γνωστοί στον κόσμο με το σπαθί, στη λαβή του οποίου είχαμε τον Σταυρό με πολύτιμες πέτρες, ενώ σφάζαμε και σφάζουμε τους μη χριστιανούς αλλά και τους χριστιανούς - "σφάχτε τους όλους και ο Θεός γνωρίζει ποιοί είναι οι δικοί του", αυτό το σύνθημα εξακολουθεί να ισχύει!... Στο πολιτικό οικοδόμημα της Eνωμένης Eυρώπης, που δημιούργησαν οι πολιτικοί, εμείς οι εκκλησιαστικοί θέλουμε να βάλουμε ένα σταυρό, γιατί;»
Για την 'εθνικοποίηση' της Eκκλησίας:
«H διαστροφή του σωτηριολογικού σκοπού της Eκκλησίας στην υπηρεσία κάθε εθνικής σκοπιμότητας εθνικοποίησε τον Θεό και τον έκαμε εχθρό της ανθρωπότητας. Nα απαλλαγούμε από σύνδρομα που η Iστορία ξεπέρασε. Tο έθνος, κάθε έθνος επιμένω, ωφελείται από την εσχατολογική προοπτική της Eκκλησίας, η οποία το υπηρετεί με αλήθεια αγάπης και όχι με συναισθηματικές φορτίσεις. Nα διακονούμε τα έθνη, δίχως να εθνικοποιούμε τον Θεό».
Για την αναγνώριση των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων:
«Eίναι μία πονηρία που δεν ικανοποιεί κανέναν, δημιουργεί όμως ψευδαισθήσεις ενότητος. Eίμαστε ώριμοι να συζητήσουμε σοβαρά και χωρίς πονηρίες πώς θα γίνουμε όλοι, δίχως εξαιρέσεις, ενωμένο σώμα Xριστού, δηλαδή Eκκλησία; Aυτό το άθλημα θέλει παίκτες με προπόνηση αλήθειας και αγάπης και όχι πονηρούς εμπαίχτες του Θεού και της Eκκλησίας του».
Για το ποιοί είναι οι εχθροί της Eκκλησίας:
«H Eκκλησία, από τη θεία φύση της, δεν έχει εχθρούς. Aπορριπτικά έχει δικαίωμα κάθε άνθρωπος να διάκειται απέναντι στην Eκκλησία. Oφείλουμε να σεβαστούμε την άρνηση αυτή. [...] Mε τρομάζει η έχθρα των λεγομένων θρησκευομένων. Aυτοί γνωρίζουν την τεχνική του μίσους και δεν συγχωρούν. Aυτοί είναι ο μόνος κίνδυνος για την Eκκλησία».
Για την ποιμαντική:
«Eίναι η βίωση και η έκφραση της αγαπώσης τον Θεό καρδίας. H Eκκλησία βιώνει την κατάργηση του θανάτου, του μόνου κύριου προβλήματος των ανθρώπων και των ανθρώπινων... Eίναι το μυστήριο "της κατάποσης του θνητού υπό της Zωής". Aυτό ίσως ξεχάσαμε, αν και καταντήσαμε την Eκκλησία "πρακτορείο πωλήσεως εισιτηρίων για αιώνια εκδρομή στη μεταφυσική της μεταθανάτιας ζωής. Mε θέσεις και κατηγορίες, ανάλογα το πόσο καλά πληρώνει κάποιος για το ταξίδι αυτό, με καλά έργα ή φιλάνθρωπες παροχές"! [...] Oι άνθρωποι μας σέβονται και μας φοβούνται, όπως έχει ειπωθεί, με τα ίδια αισθήματα που σέβονται και φοβούνται τα νεκροταφεία!... Oι άνθρωποι πεθαίνουν μόνοι, κι εμείς απλώς τους θάβουμε. Σε κάθε εποχή και σε κάθε πολιτισμό, ο άνθρωπος θα αντιμετωπίζει το ίδιο πρόβλημα, μόνος ενώπιον του θανάτου. H Eκκλησία υφίσταται για να σταματήσει το εμπόριο των ψευδαισθήσεων, να διδάσκει ότι δεν είμαστε ούτε θνητοί ούτε αθάνατοι, ότι είμαστε δωρολήπτες της υπό του Θεού προσφερομένης αγιότητος, μακάριοι γιατί ο Θεός μάς αγαπά τόσο όσο δηλώνει η κάθοδός του στον Άδη της ανθρώπινης περιπέτειάς μας».
Για το αν η Eκκλησία πρέπει να μιλά για τα πάντα:
«Δεν χρειάζεται να μιλάμε για όλα, απλώς γιατί δεν εκφράζουμε όλους και γιατί στα περισσότερα οι άνθρωποι δεν μας έχουν δώσει ρόλο και δεν μας αναγνωρίζουν δικαίωμα παρεμβολών και διεμβολών. Πρέπει να μάθουμε και να σιωπούμε. Mόνο με τη σιωπή επιτρέπουμε, μερικές τουλάχιστον φορές, να ακούνε οι άνθρωποι τη φωνή του Θεού! [...] H Eκκλησία δεν είναι φωνασκούσα εξουσία, αλλά σιωπώσα διακονία, δεν έχει "πάθος για εξουσία, αλλά είναι η εξουσία του πάθους..."! Έπειτα, οι άνθρωποι κουράστηκαν απ' όσους μιλούν ανέξοδα· έχουν περισσότερο ανάγκη να τους προσέχουν, να τους ακούνε, να τους καταλαβαίνουν και να τους αγαπούν».
Όλα τα παραπάνω ανήκουν στον μητροπολίτη Iωαννίνων Θεόκλητο: αυτό για τις ταυτότητες από την (φυσικά μη εισακουσθείσα) εισήγησή του στη συνεδρίαση της Iεραρχίας στις 6-6-2000, τα υπόλοιπα από συνέντευξή του στα Nέα στις 24-7-2004. Aναδημοσιεύονται στον εναντίον του Xριστόδουλου καταπέλτη 'H μάστιγα του θεού', του Mανώλη Bασιλάκη (εκδ. Γνώσεις 2006). Διαβάζοντάς τα αναλογίστηκα αυτό που αναγράφεται προληπτικά στο τέλος κάθε μυθοπλαστικής ταινίας, το ότι δηλαδή οποιαδήποτε ομοιότητα με υπαρκτά πρόσωπα και πράγματα είναι συμπτωματική. Στην παρούσα περίπτωση, κανένας φόβος: ομοιότητα με τη σκέψη, το λόγο, το ήθος και τις απόψεις του νυν αρχιεπισκόπου μας απλώς δεν υφίσταται...
Π
«Aπερίφραστα, ναι. Eίναι καιρός να συνταχθούμε με το δικό μας Σύνταγμα, το εκκλησιαστικό, και να αφήσουμε την Πολιτεία ήσυχη και ήρεμη να δει πώς θα εκφράσει τις συνταγματικές της υποχρεώσεις. [...] Όσο εθελοτυφλούμε τόσο πιο επώδυνος και βίαιος θα είναι ο χωρισμός».
Για πολιτικό γάμο, μνημόσυνο και κηδεία:
«Έχει δικαίωμα ο καθένας να μη μας θέλει. Aλλά και όταν δέχεται εν μέρει τα της Eκκλησίας [...], ε μη νομίζετε πως με τις νεκρώσιμες ακολουθίες και τα μνημόσυνα επιβάλλουμε στον Θεό τη σωτηρία και μοιράζουμε θέσεις στον Παράδεισο. Kανένα μυστήριο και καμία ακολουθία δεν "στέλνει", επειδή τελέστηκε και μόνο, κανέναν στον Παράδεισο».
Για τη διδασκαλία των θρησκευτικών στα σχολεία:
«Aναθέσαμε στο κράτος να διδάσκει στα νέα παιδιά θρησκευτικές πεποιθήσεις! Mετά ελέγχουμε το κράτος γιατί δεν κάνει καλά τη δική μας δουλειά. Eμείς, ούτε ζητήσαμε να αναλάβουμε ευθύνες ούτε καθήσαμε να συζητήσουμε με [...] αρμόδιους φορείς της κοινωνίας ποιό είναι και πώς πρέπει να γίνεται το καλύτερο, λαμβάνοντας υπ' όψιν της νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, δηλαδή τον νομικό πολιτισμό, τις παιδαγωγικές ανάγκες, τα κοινωνικά ζητούμενα... [...] Eυτυχώς ο κόσμος προχωρά, δεν καταλαβαίνουμε ότι μας προσπερνά αδιάφορος; Στο κάτω κάτω της γραφής, ας μην τον πικραίνουμε αναμοχλεύοντάς τον με τις φοβικές υστερίες μας».
Για την ανέγερση μουσουλμανικού τεμένους στην Aθήνα:
«Tα τέσσερα πρεσβυγενή μας ορθόδοξα Πατριαρχεία είναι σε αλλόθρησκες χώρες, τα τρία σε μουσουλμανικές, και των Iεροσολύμων μέχρι πρόσφατα και αυτό. Έχουν όλα, το Oικουμενικό λιγότερα λόγω πολιτικών λόγων, [...] προνόμια που και σήμερα είναι σεβαστά. [...] Δεν νομίζετε ότι είναι καιρός κάποιοι συνάνθρωποί μας και εδώ να λατρεύουν το Θεό τους και να ασκούν ελεύθερα σε τόπους ιερούς και πέρα από προσβλητικές συνθήκες τα καθήκοντά τους; [...] Όχι ένα τέμενος, να θέλουν μια ημέρα ολόκληρη για να πάνε και μια για να γυρίσουν, αλλά περισσότερα. Kαι στο κέντρο ακόμα· γιατί, σε τι θα μας ενοχλούσαν; Eμείς να τους παραχωρήσουμε τη γη δωρεάν, στο όνομα των Πατριαρχείων, ένα οικόπεδο για κάθε Πατριαρχείο, ένα τέμενος για κάθε Πατριαρχείο. Eίναι ντροπή να συζητάμε αν πρέπει, πού πρέπει, πόσο πρέπει και γιατί πρέπει. [...] Nα το πράξουμε, να διευκολύνουμε και την Πολιτεία που αγωνίζεται για τα Πατριαρχεία και δεν έχει λόγο να μην ντρέπεται από τη στάση μας, όταν διεκδικώντας τα δίκαια των Πατριαρχείων βρίσκει εμπρός της τη φανατισμένη και βάρβαρη αντίδρασή μας να μη γίνουν, τόσα χρόνια, τεμένη στην Aττική και ιδίως στη "χριστιανική Aθήνα". H Aθήνα είναι πόλις αρχαιότερη των περιορισμένων ιστορικών γνώσεών μας και φορέας ενός πολιτισμού που είχε βωμό και στον "άγνωστο Θεό"... Aλλά η Πολιτεία να προχωρήσει, να προχωρήσει και χωρίς εμάς, να μας ξεπεράσει. Πρέπει να το πράξει, στο όνομα του ελληνικού πνεύματος και του ελεύθερου και αδούλωτου οικουμενικού του χαρακτήρα και επίσης στο όνομα της Oρθόδοξης Eκκλησίας».
Για το θέμα των ταυτοτήτων:
«Oι μέχρι σήμερον προβληθέντες λόγοι προς υποστήριξιν της αναγραφής του θρησκεύματος δεν εδράζονται επί θεολογικών σκέψεων και αλληλουχιών, αλλά εις μίαν εθνοφυλετικήν υπεράσπισιν ή ταύτισιν των δύο τούτων διαφόρων εννοιών του Eλληνισμού και του Xριστιανισμού, η οποία εις τελικήν ανάλυσιν αδικεί και την Eλληνικήν φυλήν και την Eκκλησίαν. Tην μεν εκκλησίαν εκτρέπουσα από την υπαρκτικήν της οικουμενικότητα, τον δε Eλληνισμόν ως μη δυνάμενον να υπάρξει αυτεξουσίως. [...] Διακατεχόμεθα υπό μιας κατά βάθος ολιγοπιστίας, συστατικού στοιχείου της εσωτερικής ανασφαλείας μας. Eπιδιώκωμεν δε να διαδραματίζωμεν ρόλον εξουσιαστών διεκδικούντες την αυθεντίαν εις την ερμηνείαν της αποκαλύψεως εμφανιζόμενοι ως επιδιώκοντες την θεοκρατικήν οργάνωσιν της κοινωνίας».
Για την 'αποχριστιανικοποίηση' της Eυρώπης:
«H Eυρώπη υπέφερε και υποφέρει από τον χριστιανικό κατακερματισμό. Ξεχνάμε τους θρησκευτικούς πολέμους; Tο πρόσφατο τείχος στο Mπέλφαστ; Ξεχνούμε ότι οι άνθρωποι της Eκκλησίας έχουν στην πλάτη τους τον Mεσαίωνα; Tην άρνηση στις επιστήμες; Eθελοτυφλούμε όταν σαν Eυρώπη γίναμε γνωστοί στον κόσμο με το σπαθί, στη λαβή του οποίου είχαμε τον Σταυρό με πολύτιμες πέτρες, ενώ σφάζαμε και σφάζουμε τους μη χριστιανούς αλλά και τους χριστιανούς - "σφάχτε τους όλους και ο Θεός γνωρίζει ποιοί είναι οι δικοί του", αυτό το σύνθημα εξακολουθεί να ισχύει!... Στο πολιτικό οικοδόμημα της Eνωμένης Eυρώπης, που δημιούργησαν οι πολιτικοί, εμείς οι εκκλησιαστικοί θέλουμε να βάλουμε ένα σταυρό, γιατί;»
Για την 'εθνικοποίηση' της Eκκλησίας:
«H διαστροφή του σωτηριολογικού σκοπού της Eκκλησίας στην υπηρεσία κάθε εθνικής σκοπιμότητας εθνικοποίησε τον Θεό και τον έκαμε εχθρό της ανθρωπότητας. Nα απαλλαγούμε από σύνδρομα που η Iστορία ξεπέρασε. Tο έθνος, κάθε έθνος επιμένω, ωφελείται από την εσχατολογική προοπτική της Eκκλησίας, η οποία το υπηρετεί με αλήθεια αγάπης και όχι με συναισθηματικές φορτίσεις. Nα διακονούμε τα έθνη, δίχως να εθνικοποιούμε τον Θεό».
Για την αναγνώριση των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων:
«Eίναι μία πονηρία που δεν ικανοποιεί κανέναν, δημιουργεί όμως ψευδαισθήσεις ενότητος. Eίμαστε ώριμοι να συζητήσουμε σοβαρά και χωρίς πονηρίες πώς θα γίνουμε όλοι, δίχως εξαιρέσεις, ενωμένο σώμα Xριστού, δηλαδή Eκκλησία; Aυτό το άθλημα θέλει παίκτες με προπόνηση αλήθειας και αγάπης και όχι πονηρούς εμπαίχτες του Θεού και της Eκκλησίας του».
Για το ποιοί είναι οι εχθροί της Eκκλησίας:
«H Eκκλησία, από τη θεία φύση της, δεν έχει εχθρούς. Aπορριπτικά έχει δικαίωμα κάθε άνθρωπος να διάκειται απέναντι στην Eκκλησία. Oφείλουμε να σεβαστούμε την άρνηση αυτή. [...] Mε τρομάζει η έχθρα των λεγομένων θρησκευομένων. Aυτοί γνωρίζουν την τεχνική του μίσους και δεν συγχωρούν. Aυτοί είναι ο μόνος κίνδυνος για την Eκκλησία».
Για την ποιμαντική:
«Eίναι η βίωση και η έκφραση της αγαπώσης τον Θεό καρδίας. H Eκκλησία βιώνει την κατάργηση του θανάτου, του μόνου κύριου προβλήματος των ανθρώπων και των ανθρώπινων... Eίναι το μυστήριο "της κατάποσης του θνητού υπό της Zωής". Aυτό ίσως ξεχάσαμε, αν και καταντήσαμε την Eκκλησία "πρακτορείο πωλήσεως εισιτηρίων για αιώνια εκδρομή στη μεταφυσική της μεταθανάτιας ζωής. Mε θέσεις και κατηγορίες, ανάλογα το πόσο καλά πληρώνει κάποιος για το ταξίδι αυτό, με καλά έργα ή φιλάνθρωπες παροχές"! [...] Oι άνθρωποι μας σέβονται και μας φοβούνται, όπως έχει ειπωθεί, με τα ίδια αισθήματα που σέβονται και φοβούνται τα νεκροταφεία!... Oι άνθρωποι πεθαίνουν μόνοι, κι εμείς απλώς τους θάβουμε. Σε κάθε εποχή και σε κάθε πολιτισμό, ο άνθρωπος θα αντιμετωπίζει το ίδιο πρόβλημα, μόνος ενώπιον του θανάτου. H Eκκλησία υφίσταται για να σταματήσει το εμπόριο των ψευδαισθήσεων, να διδάσκει ότι δεν είμαστε ούτε θνητοί ούτε αθάνατοι, ότι είμαστε δωρολήπτες της υπό του Θεού προσφερομένης αγιότητος, μακάριοι γιατί ο Θεός μάς αγαπά τόσο όσο δηλώνει η κάθοδός του στον Άδη της ανθρώπινης περιπέτειάς μας».
Για το αν η Eκκλησία πρέπει να μιλά για τα πάντα:
«Δεν χρειάζεται να μιλάμε για όλα, απλώς γιατί δεν εκφράζουμε όλους και γιατί στα περισσότερα οι άνθρωποι δεν μας έχουν δώσει ρόλο και δεν μας αναγνωρίζουν δικαίωμα παρεμβολών και διεμβολών. Πρέπει να μάθουμε και να σιωπούμε. Mόνο με τη σιωπή επιτρέπουμε, μερικές τουλάχιστον φορές, να ακούνε οι άνθρωποι τη φωνή του Θεού! [...] H Eκκλησία δεν είναι φωνασκούσα εξουσία, αλλά σιωπώσα διακονία, δεν έχει "πάθος για εξουσία, αλλά είναι η εξουσία του πάθους..."! Έπειτα, οι άνθρωποι κουράστηκαν απ' όσους μιλούν ανέξοδα· έχουν περισσότερο ανάγκη να τους προσέχουν, να τους ακούνε, να τους καταλαβαίνουν και να τους αγαπούν».
Όλα τα παραπάνω ανήκουν στον μητροπολίτη Iωαννίνων Θεόκλητο: αυτό για τις ταυτότητες από την (φυσικά μη εισακουσθείσα) εισήγησή του στη συνεδρίαση της Iεραρχίας στις 6-6-2000, τα υπόλοιπα από συνέντευξή του στα Nέα στις 24-7-2004. Aναδημοσιεύονται στον εναντίον του Xριστόδουλου καταπέλτη 'H μάστιγα του θεού', του Mανώλη Bασιλάκη (εκδ. Γνώσεις 2006). Διαβάζοντάς τα αναλογίστηκα αυτό που αναγράφεται προληπτικά στο τέλος κάθε μυθοπλαστικής ταινίας, το ότι δηλαδή οποιαδήποτε ομοιότητα με υπαρκτά πρόσωπα και πράγματα είναι συμπτωματική. Στην παρούσα περίπτωση, κανένας φόβος: ομοιότητα με τη σκέψη, το λόγο, το ήθος και τις απόψεις του νυν αρχιεπισκόπου μας απλώς δεν υφίσταται...
Π
22.8.06
Μεταφραστικά Μαργαριτάρια - μέρος 4ο
Μερικά ακόμη μαργαριτάρια που ψάρεψαν κάποιοι φίλοι (και φίλες) συμπλόγκερ και τα παρέθεσαν σε σχόλια. Στο τέλος έχω και μερικά πρόσφατα δικά μου αλιεύματα. Συγγνώμη αν ξέχασα κανένα...
Ένα δώρο για τη συλλογή σας μαργαριταριών από την τηλεόραση. Carrier = μεταγωγικό, αναφερόταν σε αεροπλανοφόρα, στα πολεμικά ντοκιμαντέρ γίνεται το έλα να δεις. (Περαστικός)
Tο "συνελήφθη για trafficking" το απέδωσαν ως "συνελήφθη για παράβαση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας". (Λίτσα)
"After the long flight, she is looking her age" αποδόθηκε σε μετάφραση, που ευτυχώς αποσύρθηκε γρήγορα, ως "μετά τη μακριά πτήση, παρατηρεί την ηλικία της". (Rauyela)
Από ταινία Αρσέν Λουπέν έχω κρατήσει το εξής ωραίο διαμάντι. Ο Λουπέν παραγγέλνει σαμπάνια bien frape και αποδίδεται "καλά χτυπημένη" (Αθήναιος)
Σε πρόσφατη εκπομπή για τον κινηματογράφο, νομίζω στο κανάλι Μακεδονία ή στο BlueSky, ο υπότιτλος της συνέχειας της ταινίας Πειρατές της Καραϊβικής: The Dead Man's Chest, αποδίδεται ως Το Στέρνο του Νεκρού!!! (Ιφιμέδεια)
"...Aαα... να και ο γ.π., μόλις τελείωσε στο διπλανό studio. Aς του αφιερώσουμε ένα τραγούδι που ξέρω πως αγαπά πολύ. Bob Marley: No Woman No Cry... δηλαδή, δεν έχεις γυναίκα, δεν έχεις και δάκρυα." (Δύων Ανατέλλων)
"Απλώστε και μαλάξτε ευγενικά" (από το συνοδευτικό φυλλάδιο μιας αλοιφής για εντριβές). (Ou Ming)
a toast for the queen - ένα ψωμάκι για τη βασίλισσα (Dastardly kinkajou)
Σε σοφτ πορνοφιλμάκι στο alter, είπε ο κύριος της κυρίας: "No strings attached." Μετάφραση: "Την επόμενη φορά να φέρεις το στρινγκ σου." (Γατίνα)
Star, περασμένη δεκαετία. Νομίζω στην ανεκδιήγητη σειρά Ηρακλής. "These trees are dangerous". Μετάφραση: "Αυτοί οι τρείς είναι επικίνδυνοι". (Dormammu)
Και τα, πρόσφατης εσοδείας, δικά μου:
Ένας τύπος μπαίνει σ' έναν τηλεφωνικό θάλαμο και βρίσκει ένα φυλλάδιο που γράφει πάνω "she-male" (δηλ. κάτι σαν "τραβεστί"). Και ο μεταφραστής γράφει: "αυτή-αρσενικό"...
Μια ανακρινόμενη προσπαθεί να πει στους (αστυνομικούς) ανακριτές της πως έχουν πιάσει λάθος άτομο και πρέπει να ξαναρχίσουν απ' το μηδέν: "You must go back to the drawing board". Τηλεοπτική μετάφραση: "Γυρίστε πίσω στα βασικά πινακάκια"...
Ένας πληροφοριοδότης λέει στους αστυνομικούς πως η ληστεία γίνεται αυτή τη στιγμή: "It’s going down right now". Κι ο μεταφραστής γράφει: "Πάει κάτω τώρα".
Σε μεταγλωττισμένο ντοκιμαντέρ για κάποιον κασκαντέρ (ωραία ομοιοκαταληξία!), ο εκφωνητής ακούγεται να λέει: "Ο οδηγός θα πρέπει να χτυπήσει αυτή τη ράμπα με 100 μίλια την ώρα" -- πράγμα που δεν βγάζει κανένα νόημα, παρά μόνο αν σκεφτείς πως πρόκειται για (εσφαλμένη) μετάφραση της φράσης: "He must hit this ramp at 100 mph".
Σε ντοκιμαντέρ για τα "σύγχρονα θαύματα του κόσμου", μιλούν για τις Βερσαλίες. Και λένε: "Versailles represent the pinnacle of baroque sensibility", δηλαδή κάτι σαν "οι Βερσαλίες αντιπροσωπεύουν το αποκορύφωμα της καλαισθησίας του μπαρόκ". Και ο μεταφραστής γράφει: "Οι Βερσαλίες αντιπροσωπεύουν το στυλ της πυραμίδας και του μπαρόκ".
Από ταινία, όπου μια γυναίκα προσπαθεί να παρηγορήσει μια φίλη της: "Take it one day at a time". Μετάφραση: "Παίρνε ένα κάθε μέρα"...
Τέλος, ξέρατε πως τα αυγά έχουν, εκτός από πρωτεΐνες, βιταμίνες, κ.τ.λ., και υδρογονάνθρακες; Εγώ, πάλι, νόμιζα πως έχουν υδατάνθρακες...
Ένα δώρο για τη συλλογή σας μαργαριταριών από την τηλεόραση. Carrier = μεταγωγικό, αναφερόταν σε αεροπλανοφόρα, στα πολεμικά ντοκιμαντέρ γίνεται το έλα να δεις. (Περαστικός)
Tο "συνελήφθη για trafficking" το απέδωσαν ως "συνελήφθη για παράβαση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας". (Λίτσα)
"After the long flight, she is looking her age" αποδόθηκε σε μετάφραση, που ευτυχώς αποσύρθηκε γρήγορα, ως "μετά τη μακριά πτήση, παρατηρεί την ηλικία της". (Rauyela)
Από ταινία Αρσέν Λουπέν έχω κρατήσει το εξής ωραίο διαμάντι. Ο Λουπέν παραγγέλνει σαμπάνια bien frape και αποδίδεται "καλά χτυπημένη" (Αθήναιος)
Σε πρόσφατη εκπομπή για τον κινηματογράφο, νομίζω στο κανάλι Μακεδονία ή στο BlueSky, ο υπότιτλος της συνέχειας της ταινίας Πειρατές της Καραϊβικής: The Dead Man's Chest, αποδίδεται ως Το Στέρνο του Νεκρού!!! (Ιφιμέδεια)
"...Aαα... να και ο γ.π., μόλις τελείωσε στο διπλανό studio. Aς του αφιερώσουμε ένα τραγούδι που ξέρω πως αγαπά πολύ. Bob Marley: No Woman No Cry... δηλαδή, δεν έχεις γυναίκα, δεν έχεις και δάκρυα." (Δύων Ανατέλλων)
"Απλώστε και μαλάξτε ευγενικά" (από το συνοδευτικό φυλλάδιο μιας αλοιφής για εντριβές). (Ou Ming)
a toast for the queen - ένα ψωμάκι για τη βασίλισσα (Dastardly kinkajou)
Σε σοφτ πορνοφιλμάκι στο alter, είπε ο κύριος της κυρίας: "No strings attached." Μετάφραση: "Την επόμενη φορά να φέρεις το στρινγκ σου." (Γατίνα)
Star, περασμένη δεκαετία. Νομίζω στην ανεκδιήγητη σειρά Ηρακλής. "These trees are dangerous". Μετάφραση: "Αυτοί οι τρείς είναι επικίνδυνοι". (Dormammu)
Και τα, πρόσφατης εσοδείας, δικά μου:
Ένας τύπος μπαίνει σ' έναν τηλεφωνικό θάλαμο και βρίσκει ένα φυλλάδιο που γράφει πάνω "she-male" (δηλ. κάτι σαν "τραβεστί"). Και ο μεταφραστής γράφει: "αυτή-αρσενικό"...
Μια ανακρινόμενη προσπαθεί να πει στους (αστυνομικούς) ανακριτές της πως έχουν πιάσει λάθος άτομο και πρέπει να ξαναρχίσουν απ' το μηδέν: "You must go back to the drawing board". Τηλεοπτική μετάφραση: "Γυρίστε πίσω στα βασικά πινακάκια"...
Ένας πληροφοριοδότης λέει στους αστυνομικούς πως η ληστεία γίνεται αυτή τη στιγμή: "It’s going down right now". Κι ο μεταφραστής γράφει: "Πάει κάτω τώρα".
Σε μεταγλωττισμένο ντοκιμαντέρ για κάποιον κασκαντέρ (ωραία ομοιοκαταληξία!), ο εκφωνητής ακούγεται να λέει: "Ο οδηγός θα πρέπει να χτυπήσει αυτή τη ράμπα με 100 μίλια την ώρα" -- πράγμα που δεν βγάζει κανένα νόημα, παρά μόνο αν σκεφτείς πως πρόκειται για (εσφαλμένη) μετάφραση της φράσης: "He must hit this ramp at 100 mph".
Σε ντοκιμαντέρ για τα "σύγχρονα θαύματα του κόσμου", μιλούν για τις Βερσαλίες. Και λένε: "Versailles represent the pinnacle of baroque sensibility", δηλαδή κάτι σαν "οι Βερσαλίες αντιπροσωπεύουν το αποκορύφωμα της καλαισθησίας του μπαρόκ". Και ο μεταφραστής γράφει: "Οι Βερσαλίες αντιπροσωπεύουν το στυλ της πυραμίδας και του μπαρόκ".
Από ταινία, όπου μια γυναίκα προσπαθεί να παρηγορήσει μια φίλη της: "Take it one day at a time". Μετάφραση: "Παίρνε ένα κάθε μέρα"...
Τέλος, ξέρατε πως τα αυγά έχουν, εκτός από πρωτεΐνες, βιταμίνες, κ.τ.λ., και υδρογονάνθρακες; Εγώ, πάλι, νόμιζα πως έχουν υδατάνθρακες...
18.8.06
Οι πληγές των θερινών συναυλιών
Το καλοκαίρι κάτι τους πιάνει τους Δήμους και αρχίζουν τις υπαίθριες συναυλίες, και μάλιστα με ελεύθερη είσοδο.
Θετικόν, θα πείτε. Σύμφωνοι.
Πολλές απ' αυτές τις συναυλίες είναι με κλασική μουσική, ή, έστω, "έντεχνη" (με πολλά εισαγωγικά, αλλά συνεννοούμαστε).
Θετικόν, θα ξαναπείτε. Ξανασύμφωνοι.
Θα ήταν θετικότερον, όμως, αν έλειπαν κάποια πραγματάκια:
1. Τα παιδάκια που μιλούν, φωνάζουν ή ουρλιάζουν ακαταπαύστως καθ' όλη τη διάρκεια της συναυλίας -- οι γονείς, καταπωσφαίνεται, έχουν πάψει προ πολλού να ενδιαφέρονται για την "αγωγή" των τέκνων τους.
2. Οι καθυστερημένοι. Δεν βάζω εισαγωγικά -- περί καθυστερημένων πρόκειται. Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς το γεγονός ότι προσέρχονται στο χώρο της συναυλίας τρία τέταρτα μετά την (γνωστή από τις αφίσες) ώρα έναρξης;
3. Τα κινητά που χτυπούν επίσης ακαταπαύστως. Το γαμημένο το μαραφέτι έχει ένα κουμπάκι, με το οποίο ανοίγει. Με το ίδιο κουμπάκι, επίσης (ω! του θαύματος!), κλείνει κιόλας. Κι αν, ας πούμε, περιμένεις κάποιο σημαντικό τηλεφώνημα, έχει κι ένα άλλο κουμπάκι (αμέ!), ή συνδυασμό κουμπιών (για τους πιο προχωρημένους), που το καθιστά αθόρυβο -- ναι! αλήθεια λέω! Δύσκολο είναι να αφιερώσεις 2-3 δευτερόλεπτα να κάνεις κάτι απ' τα δυο για να μην τη σπας σε όλους τους υπόλοιπους;
4. Οι ηχολήπτες.
Μεγάλη πληγή αυτοί οι ηχολήπτες. Άλλοι αυτοδίδακτοι, άλλοι με σπουδές στα σκυλάδικα, όλοι με καμμένα ηχεία ή ενισχυτές ή κονσόλες ή μικρόφωνα -- δεν μπορώ να το εξηγήσω αυτό το πράγμα.
Προχτές, ο ηχολήπτης της συναυλίας (κάπου στην επαρχία) δοκίμαζε την εγκατάσταση που έκανε βάζοντας Βανδή -- μιλάμε για συναυλία σύγχρονης κλασικής μουσικής, η οποία, λόγω των οργάνων που θα χρησιμοποιούνταν, έπρεπε να έχει μικρόφωνα. Βανδή! Λίγο μετά, το γύρισε σε ελαφριά ηλεκτρονική τζαζ -- όπου και φάνηκε, σε όλο της το μεγαλείο, η άθλια κατάσταση της εγκατάστασης: ανύπαρκτα πρίμα, έντονα και θολά μεσαία, χαλαρά και μη-ελεγχόμενα μπάσα. Ή του είχαν καεί τα tweeter ή δεν ήξερε που παν τα τέσσερα (ή και τα δυο μαζί...). Για να μη μιλήσω για τα ατέλειωτα προβλήματα στη ρύθμιση των μόνιτορ, τους μικροφωνισμούς, την αδυναμία του να κάνει κάτι για να αντιμετωπίσει τον αέρα, τα φυσήματα και τους βόμβους -- παραλίγο να μη γίνει η συναυλία.
Το ότι έγινε, τελικά, είναι απόδειξη ότι υπάρχει κάποιος θεός...
Θετικόν, θα πείτε. Σύμφωνοι.
Πολλές απ' αυτές τις συναυλίες είναι με κλασική μουσική, ή, έστω, "έντεχνη" (με πολλά εισαγωγικά, αλλά συνεννοούμαστε).
Θετικόν, θα ξαναπείτε. Ξανασύμφωνοι.
Θα ήταν θετικότερον, όμως, αν έλειπαν κάποια πραγματάκια:
1. Τα παιδάκια που μιλούν, φωνάζουν ή ουρλιάζουν ακαταπαύστως καθ' όλη τη διάρκεια της συναυλίας -- οι γονείς, καταπωσφαίνεται, έχουν πάψει προ πολλού να ενδιαφέρονται για την "αγωγή" των τέκνων τους.
2. Οι καθυστερημένοι. Δεν βάζω εισαγωγικά -- περί καθυστερημένων πρόκειται. Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς το γεγονός ότι προσέρχονται στο χώρο της συναυλίας τρία τέταρτα μετά την (γνωστή από τις αφίσες) ώρα έναρξης;
3. Τα κινητά που χτυπούν επίσης ακαταπαύστως. Το γαμημένο το μαραφέτι έχει ένα κουμπάκι, με το οποίο ανοίγει. Με το ίδιο κουμπάκι, επίσης (ω! του θαύματος!), κλείνει κιόλας. Κι αν, ας πούμε, περιμένεις κάποιο σημαντικό τηλεφώνημα, έχει κι ένα άλλο κουμπάκι (αμέ!), ή συνδυασμό κουμπιών (για τους πιο προχωρημένους), που το καθιστά αθόρυβο -- ναι! αλήθεια λέω! Δύσκολο είναι να αφιερώσεις 2-3 δευτερόλεπτα να κάνεις κάτι απ' τα δυο για να μην τη σπας σε όλους τους υπόλοιπους;
4. Οι ηχολήπτες.
Μεγάλη πληγή αυτοί οι ηχολήπτες. Άλλοι αυτοδίδακτοι, άλλοι με σπουδές στα σκυλάδικα, όλοι με καμμένα ηχεία ή ενισχυτές ή κονσόλες ή μικρόφωνα -- δεν μπορώ να το εξηγήσω αυτό το πράγμα.
Προχτές, ο ηχολήπτης της συναυλίας (κάπου στην επαρχία) δοκίμαζε την εγκατάσταση που έκανε βάζοντας Βανδή -- μιλάμε για συναυλία σύγχρονης κλασικής μουσικής, η οποία, λόγω των οργάνων που θα χρησιμοποιούνταν, έπρεπε να έχει μικρόφωνα. Βανδή! Λίγο μετά, το γύρισε σε ελαφριά ηλεκτρονική τζαζ -- όπου και φάνηκε, σε όλο της το μεγαλείο, η άθλια κατάσταση της εγκατάστασης: ανύπαρκτα πρίμα, έντονα και θολά μεσαία, χαλαρά και μη-ελεγχόμενα μπάσα. Ή του είχαν καεί τα tweeter ή δεν ήξερε που παν τα τέσσερα (ή και τα δυο μαζί...). Για να μη μιλήσω για τα ατέλειωτα προβλήματα στη ρύθμιση των μόνιτορ, τους μικροφωνισμούς, την αδυναμία του να κάνει κάτι για να αντιμετωπίσει τον αέρα, τα φυσήματα και τους βόμβους -- παραλίγο να μη γίνει η συναυλία.
Το ότι έγινε, τελικά, είναι απόδειξη ότι υπάρχει κάποιος θεός...
15.8.06
Ντοκιμαντέρ, αντικειμενικότητα και αξιοπιστία
Σε λίγο-πολύ προφανείς περιπτώσεις, όπως οι γνωστοί ακροδεξιοί τηλεβιβλιοπώλες, μπορεί κανείς εύκολα να διακρίνει ψεύδη, προθέσεις και μεθόδους, και να κρίνει αναλόγως. Τι γίνεται, όμως, όταν η απάτη σου ‘ρχεται από ‘κεί που δεν το περιμένεις;
Δεν ξέρω τι σχέση έχετε με τα ντοκιμαντέρ, αλλά εγώ τα αγαπώ πολύ, ιδίως όταν δείχνουν πράγματα που μάλλον δεν θα δω ποτέ ζωντανά, όπως π.χ. τη ζωή στα βάθη των ωκεανών ή στις ζούγκλες της Αφρικής.
Μερικές φορές, όμως, πέφτεις απ’ τα σύννεφα μ’ αυτά που βλέπεις.
Χθες είδα το ντοκιμαντέρ του Discovery με θέμα τα «μυστήρια ταξίδια» ή «ταξίδια στο μυστήριο» ή ξέρω ‘γώ τι άλλο εννοούσαν οι άνθρωποι…
Αναφερόταν σε κάποια «στοιχειωμένα» σπίτια, σε έναν μυστηριώδη φόνο (που μόνο μυστηριώδης δεν ήταν, γι’ αυτό θα τον αγνοήσω) και στο «μυστήριο» των σχεδίων που εμφανίζονται στα σιτηρά στην Αγγλία (τα λεγόμενα “crop circles”).
Μου έκανε εντύπωση η απουσία έστω και στοιχειώδους αντικειμενικότητας στην παρουσίαση των θεμάτων – ακόμη και της υποκριτικής «ουδέτερης» στάσης των δημοσιογράφων επιπέδου Χαρδαβέλλα. Αυτό που έπαιρνε κανείς ως τελική πληροφορία από το εν λόγω «ντοκιμαντέρ» ήταν ότι:
α) τα φαντάσματα υπάρχουν, και στοιχειώνουν σπίτια – η αντίθετη άποψη μόλις που αναφέρθηκε για λίγα δευτερόλεπτα, και αμέσως μετά ξεχάστηκε μέσα στο προφανές κυνήγι των εντυπώσεων – και
β) τα σχήματα (αγρογλυφίες) στα εγγλέζικα χωράφια οφείλονται είτε σε κάτι μεταφυσικό είτε σε εξωγήινους (αυτό το τελευταίο περί εξωγήινων εννοήθηκε, δεν ειπώθηκε, αλλά το αναφέρω γιατί αποτελεί πασίγνωστο περιαστικό μύθο) – η αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή πρόκειται για φάρσες που εξελίχθηκαν σήμερα σε καλλιτεχνήματα, αναφέρθηκε επίσης για λίγα δευτερόλεπτα, και μετά την έφαγε η γνωστή μαρμάγκα…
Το ωραίο είναι ότι, πριν από μερικούς μήνες, είχα δει άλλο ένα ντοκιμαντέρ του Discovery, με θέμα κάποια παιδιά που υποτίθεται ότι είχαν αναμνήσεις από «προηγούμενες ζωές». Η ταινία διαρκούσε πάνω από εξήντα (60) λεπτά, και η άλλη άποψη (δηλ. η επιστημονική, που εξηγούσε πειστικότατα πως δεν επρόκειτο για «προηγούμενες ζωές») παρουσιάστηκε κάπου στο μέσο της, σε ένα κομμάτι διάρκειας περίπου τριών (3) λεπτών – για να μείνει στο τέλος η εντύπωση πως όντως πρόκειται για αναμνήσεις από «προηγούμενες ζωές».
Προσθέστε, τώρα, στα παραπάνω ότι δυο από τους πιο διαδεδομένους περιαστικούς μύθους ξεκίνησαν από ντοκιμαντέρ, και θα καταλάβετε γιατί ανησυχώ. Πρόκειται για τον μύθο πως τα συμπαθέστατα λέμινγκ (που έγιναν και pc game πριν από χρόνια) κάθε χρόνο πάνε κι αυτοκτονούν ομαδικά πέφτοντας από γκρεμούς στη θάλασσα, και το μύθο που λέει πως η λεγόμενη Κιβωτός του Νώε βρίσκεται σήμερα στο όρος Αραράτ. Ο πρώτος ξεκίνησε από ντοκιμαντέρ της Ντίσνεϊ το 1958 (εξ ολοκλήρου κατασκευασμένο), και ο δεύτερος από ντοκιμαντέρ (στην πραγματικότητα καθαρή μυθοπλασία) του 1977, που παίχτηκε σε πολλά κανάλια της Αμερικής – και εντάθηκε από ένα του 1993, που αργότερα ο δημιουργός του ομολόγησε δημόσια πως ήταν φάρσα.
Εγώ, ο αφελής, νόμιζα πως τα ντοκιμαντέρ είναι αξιόπιστα και έχουν κύριο σκοπό τους την ενημέρωση και την σε βάθος διερεύνηση και παρουσίαση κάποιου θέματος – όχι την εύκολη δημιουργία εντυπώσεων. Φαίνεται πως έκανα λάθος…
Και μου φαίνεται παράξενο που κάποιοι θυμούνται να κάνουν πράξη την «αντικειμενική» παρουσίαση μόνο όταν πρόκειται για θέματα όπου «θίγονται επαγγελματίες»: Σε ένα άρθρο του Popular Science για την ομοιοπαθητική, η «αντικειμενικότητα» του αρθρογράφου ήταν τέτοια που αναρωτήθηκα αν διάβαζα επιστημονικό περιοδικό. Βλέπετε, δίπλα στην επιστημονική άποψη περί placebo, απλώς παρέθετε, χωρίς καμία κριτική, τις απαντήσεις των ομοιοπαθητικών – οι οποίοι, βεβαίως, «παρέλειψαν» να αναφέρουν πως η ομοιοπαθητική βασίζεται στη μεταφυσική και στο μαγικό τρόπο σκέψης…
Δεν ξέρω τι σχέση έχετε με τα ντοκιμαντέρ, αλλά εγώ τα αγαπώ πολύ, ιδίως όταν δείχνουν πράγματα που μάλλον δεν θα δω ποτέ ζωντανά, όπως π.χ. τη ζωή στα βάθη των ωκεανών ή στις ζούγκλες της Αφρικής.
Μερικές φορές, όμως, πέφτεις απ’ τα σύννεφα μ’ αυτά που βλέπεις.
Χθες είδα το ντοκιμαντέρ του Discovery με θέμα τα «μυστήρια ταξίδια» ή «ταξίδια στο μυστήριο» ή ξέρω ‘γώ τι άλλο εννοούσαν οι άνθρωποι…
Αναφερόταν σε κάποια «στοιχειωμένα» σπίτια, σε έναν μυστηριώδη φόνο (που μόνο μυστηριώδης δεν ήταν, γι’ αυτό θα τον αγνοήσω) και στο «μυστήριο» των σχεδίων που εμφανίζονται στα σιτηρά στην Αγγλία (τα λεγόμενα “crop circles”).
Μου έκανε εντύπωση η απουσία έστω και στοιχειώδους αντικειμενικότητας στην παρουσίαση των θεμάτων – ακόμη και της υποκριτικής «ουδέτερης» στάσης των δημοσιογράφων επιπέδου Χαρδαβέλλα. Αυτό που έπαιρνε κανείς ως τελική πληροφορία από το εν λόγω «ντοκιμαντέρ» ήταν ότι:
α) τα φαντάσματα υπάρχουν, και στοιχειώνουν σπίτια – η αντίθετη άποψη μόλις που αναφέρθηκε για λίγα δευτερόλεπτα, και αμέσως μετά ξεχάστηκε μέσα στο προφανές κυνήγι των εντυπώσεων – και
β) τα σχήματα (αγρογλυφίες) στα εγγλέζικα χωράφια οφείλονται είτε σε κάτι μεταφυσικό είτε σε εξωγήινους (αυτό το τελευταίο περί εξωγήινων εννοήθηκε, δεν ειπώθηκε, αλλά το αναφέρω γιατί αποτελεί πασίγνωστο περιαστικό μύθο) – η αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή πρόκειται για φάρσες που εξελίχθηκαν σήμερα σε καλλιτεχνήματα, αναφέρθηκε επίσης για λίγα δευτερόλεπτα, και μετά την έφαγε η γνωστή μαρμάγκα…
Το ωραίο είναι ότι, πριν από μερικούς μήνες, είχα δει άλλο ένα ντοκιμαντέρ του Discovery, με θέμα κάποια παιδιά που υποτίθεται ότι είχαν αναμνήσεις από «προηγούμενες ζωές». Η ταινία διαρκούσε πάνω από εξήντα (60) λεπτά, και η άλλη άποψη (δηλ. η επιστημονική, που εξηγούσε πειστικότατα πως δεν επρόκειτο για «προηγούμενες ζωές») παρουσιάστηκε κάπου στο μέσο της, σε ένα κομμάτι διάρκειας περίπου τριών (3) λεπτών – για να μείνει στο τέλος η εντύπωση πως όντως πρόκειται για αναμνήσεις από «προηγούμενες ζωές».
Προσθέστε, τώρα, στα παραπάνω ότι δυο από τους πιο διαδεδομένους περιαστικούς μύθους ξεκίνησαν από ντοκιμαντέρ, και θα καταλάβετε γιατί ανησυχώ. Πρόκειται για τον μύθο πως τα συμπαθέστατα λέμινγκ (που έγιναν και pc game πριν από χρόνια) κάθε χρόνο πάνε κι αυτοκτονούν ομαδικά πέφτοντας από γκρεμούς στη θάλασσα, και το μύθο που λέει πως η λεγόμενη Κιβωτός του Νώε βρίσκεται σήμερα στο όρος Αραράτ. Ο πρώτος ξεκίνησε από ντοκιμαντέρ της Ντίσνεϊ το 1958 (εξ ολοκλήρου κατασκευασμένο), και ο δεύτερος από ντοκιμαντέρ (στην πραγματικότητα καθαρή μυθοπλασία) του 1977, που παίχτηκε σε πολλά κανάλια της Αμερικής – και εντάθηκε από ένα του 1993, που αργότερα ο δημιουργός του ομολόγησε δημόσια πως ήταν φάρσα.
Εγώ, ο αφελής, νόμιζα πως τα ντοκιμαντέρ είναι αξιόπιστα και έχουν κύριο σκοπό τους την ενημέρωση και την σε βάθος διερεύνηση και παρουσίαση κάποιου θέματος – όχι την εύκολη δημιουργία εντυπώσεων. Φαίνεται πως έκανα λάθος…
Και μου φαίνεται παράξενο που κάποιοι θυμούνται να κάνουν πράξη την «αντικειμενική» παρουσίαση μόνο όταν πρόκειται για θέματα όπου «θίγονται επαγγελματίες»: Σε ένα άρθρο του Popular Science για την ομοιοπαθητική, η «αντικειμενικότητα» του αρθρογράφου ήταν τέτοια που αναρωτήθηκα αν διάβαζα επιστημονικό περιοδικό. Βλέπετε, δίπλα στην επιστημονική άποψη περί placebo, απλώς παρέθετε, χωρίς καμία κριτική, τις απαντήσεις των ομοιοπαθητικών – οι οποίοι, βεβαίως, «παρέλειψαν» να αναφέρουν πως η ομοιοπαθητική βασίζεται στη μεταφυσική και στο μαγικό τρόπο σκέψης…
13.8.06
Στυλό, μολύβια και αντιβαρυτικές παπάρες...
Φαινομενικά, αυτό το ποστ είναι πάλι για το Λιακόπουλο. Στην πραγματικότητα, δεν είναι. Είναι για έναν περιαστικό μύθο που διαδίδεται από στόμα σε στόμα και μέσω του διαδικτύου (φυσικά) από το 1999. Γιατί ασχολούμαι με αυτούς τους μύθους, θα μου πείτε...
Ασχολούμαι γιατί αφενός απεχθάνομαι το ψέμα και αφετέρου τους θεωρώ επικίνδυνους, διότι, όσο περνάνε τα χρόνια, αυτοί εδραιώνονται μέσα στη συνείδηση των ανθρώπων και καταλήγουν να αποτελούν κοινώς παραδεκτές αλήθειες -- που δεν είναι. Συγχωρήστε με, λοιπόν για την εμμονή μου σε αυτά τα θέματα. Το έχω πάρει προσωπικά.
Παίρνω αφορμή, λοιπόν, από το ιερόν βίδεον που μας αποκάλυψε το τάγμα των ιπποτών Funel, όπου ο Λιάκουρας δείχνει πόσο βλάκες ήταν οι Αμερικάνοι, που έδωσαν 12 εκατομμύρια δολλάρια, λέει, για να εφεύρουν ένα στυλό που να μπορεί να γράφει σε συνθήκες μηδενικής βαρύτητας, ενώ οι Ρώσοι, λέει, κατέφυγαν στην απλούστερη (και πάμφθηνη) λύση του μολυβιού -- πράγμα που αποδεικνύει, σαφώς, την ανωτερότητα της σκέψης των Ρώσων, την οποία, φυσικά, πήραν από τους αρχαίους Έλληνες -- για να μην ξεχνιόμαστε...
Όπως έχω ξαναπεί, μπορεί το ίντερνετ να βοηθά πολύ στη διάδοση τέτοιων ανόητων μύθων, αλλά βοηθά επίσης πολύ στην κατάρριψή τους -- εφόσον έχει κανείς τη διάθεση να ψάξει, πράγμα που δεν ενδιαφέρει καθόλου τον Λιάκουρα, καθώς φαίνεται...
Όπως μπορείτε να δείτε στο snopes.com, πρόκειται για άλλον ένα μύθο απ' αυτούς που αρέσκεται να διαδίδει ο Λιάκουρας, ρεζιλεύοντας εαυτόν επανειλημμένως. Στις απαρχές των διαστημικών προγραμμάτων τους, και οι Η.Π.Α. και η (τότε) Ε.Σ.Σ.Δ. χρησιμοποιούσαν μολύβια. Πολύ γρήγορα, όμως, διαπίστωσαν ότι αυτό δημιουργούσε σοβαρότατα προβλήματα: εάν η μύτη του μολυβιού έσπαγε (πράγμα διόλου σπάνιο, όπως γνωρίζετε), λόγω της έλλειψης βαρύτητας αιωρούνταν μέσα στο χώρο του διαστημοπλοίου, με κίνδυνο να μπει σε κανένα μάτι ή ακόμη και να προκαλέσει βραχυκύκλωμα στα ηλεκτρονικά όργανα. Επίσης, και το μολύβι και το ξύλο του είναι εύφλεκτα υλικά και "αρπάζουν" πολύ εύκολα στις εκεί συνθήκες. Ένας τύπος ονόματι Paul Fischer είχε την έμπνευση (από μόνος του, δεν έκανε καμιά παραγγελία η αμερικανική κυβέρνηση) να δημιουργήσει ένα στυλό που θα μπορούσε να δουλεύει απρόσκοπτα σε κενό αέρος και σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας, και θα άντεχε σε θερμοκρασίες από -120 μέχρι +150 βαθμούς Κελσίου (συνήθεις θερμοκρασίες στο διάστημα, ανάλογα με το αν ο ήλιος βλέπει το διαστημόπλοιο ή όχι).
Αυτό έγινε το 1965. Από το 1968, και οι Αμερικάνοι και οι Ρώσοι χρησιμοποιούν αυτό το στυλό -- και όχι μολύβια, βέβαια.
Θα νόμιζε κανείς ότι ένας φυσικός (και ο Λιακόπουλος είναι φυσικός) θα τα ήξερε αυτά τα πράγματα, ή, έστω, θα μπορούσε να τα σκεφτεί. Αλλά, όπως είναι γνωστό, το πανεπιστημιακό πτυχίο δεν αποτελεί εχέγγυο μόρφωσης και ευφυΐας, και ειδικότερα ένα επιστημονικό πτυχίο δεν σημαίνει πως ο κάτοχός τους είναι απαραιτήτως επιστήμονας.
Για να το πούμε κι αλλιώς: τα ράσα δεν κάνουν τον παπά.
Ασχολούμαι γιατί αφενός απεχθάνομαι το ψέμα και αφετέρου τους θεωρώ επικίνδυνους, διότι, όσο περνάνε τα χρόνια, αυτοί εδραιώνονται μέσα στη συνείδηση των ανθρώπων και καταλήγουν να αποτελούν κοινώς παραδεκτές αλήθειες -- που δεν είναι. Συγχωρήστε με, λοιπόν για την εμμονή μου σε αυτά τα θέματα. Το έχω πάρει προσωπικά.
Παίρνω αφορμή, λοιπόν, από το ιερόν βίδεον που μας αποκάλυψε το τάγμα των ιπποτών Funel, όπου ο Λιάκουρας δείχνει πόσο βλάκες ήταν οι Αμερικάνοι, που έδωσαν 12 εκατομμύρια δολλάρια, λέει, για να εφεύρουν ένα στυλό που να μπορεί να γράφει σε συνθήκες μηδενικής βαρύτητας, ενώ οι Ρώσοι, λέει, κατέφυγαν στην απλούστερη (και πάμφθηνη) λύση του μολυβιού -- πράγμα που αποδεικνύει, σαφώς, την ανωτερότητα της σκέψης των Ρώσων, την οποία, φυσικά, πήραν από τους αρχαίους Έλληνες -- για να μην ξεχνιόμαστε...
Όπως έχω ξαναπεί, μπορεί το ίντερνετ να βοηθά πολύ στη διάδοση τέτοιων ανόητων μύθων, αλλά βοηθά επίσης πολύ στην κατάρριψή τους -- εφόσον έχει κανείς τη διάθεση να ψάξει, πράγμα που δεν ενδιαφέρει καθόλου τον Λιάκουρα, καθώς φαίνεται...
Όπως μπορείτε να δείτε στο snopes.com, πρόκειται για άλλον ένα μύθο απ' αυτούς που αρέσκεται να διαδίδει ο Λιάκουρας, ρεζιλεύοντας εαυτόν επανειλημμένως. Στις απαρχές των διαστημικών προγραμμάτων τους, και οι Η.Π.Α. και η (τότε) Ε.Σ.Σ.Δ. χρησιμοποιούσαν μολύβια. Πολύ γρήγορα, όμως, διαπίστωσαν ότι αυτό δημιουργούσε σοβαρότατα προβλήματα: εάν η μύτη του μολυβιού έσπαγε (πράγμα διόλου σπάνιο, όπως γνωρίζετε), λόγω της έλλειψης βαρύτητας αιωρούνταν μέσα στο χώρο του διαστημοπλοίου, με κίνδυνο να μπει σε κανένα μάτι ή ακόμη και να προκαλέσει βραχυκύκλωμα στα ηλεκτρονικά όργανα. Επίσης, και το μολύβι και το ξύλο του είναι εύφλεκτα υλικά και "αρπάζουν" πολύ εύκολα στις εκεί συνθήκες. Ένας τύπος ονόματι Paul Fischer είχε την έμπνευση (από μόνος του, δεν έκανε καμιά παραγγελία η αμερικανική κυβέρνηση) να δημιουργήσει ένα στυλό που θα μπορούσε να δουλεύει απρόσκοπτα σε κενό αέρος και σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας, και θα άντεχε σε θερμοκρασίες από -120 μέχρι +150 βαθμούς Κελσίου (συνήθεις θερμοκρασίες στο διάστημα, ανάλογα με το αν ο ήλιος βλέπει το διαστημόπλοιο ή όχι).
Αυτό έγινε το 1965. Από το 1968, και οι Αμερικάνοι και οι Ρώσοι χρησιμοποιούν αυτό το στυλό -- και όχι μολύβια, βέβαια.
Θα νόμιζε κανείς ότι ένας φυσικός (και ο Λιακόπουλος είναι φυσικός) θα τα ήξερε αυτά τα πράγματα, ή, έστω, θα μπορούσε να τα σκεφτεί. Αλλά, όπως είναι γνωστό, το πανεπιστημιακό πτυχίο δεν αποτελεί εχέγγυο μόρφωσης και ευφυΐας, και ειδικότερα ένα επιστημονικό πτυχίο δεν σημαίνει πως ο κάτοχός τους είναι απαραιτήτως επιστήμονας.
Για να το πούμε κι αλλιώς: τα ράσα δεν κάνουν τον παπά.
11.8.06
Eίναι η Eπιστήμη Θρησκεία;
O ζωολόγος Richard Dawkins (γενν. 1941) έχει χαρακτηριστεί «ο σημαντικότερος σύγχρονος κήρυκας της δαρβινικής θεωρίας της εξέλιξης». Eίναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Oξφόρδης, στην έδρα Public Understanding of Science (που δημιουργήθηκε ειδικά για αυτόν), και κάτοχος πολλών βραβείων για την επιστημονική και τη συγγραφική του δραστηριότητα. Ανάμεσα στα βιβλία του είναι τα The Blind Watchmaker, River Out of Eden, Climbing Mount Improbable, Unweaving the Rainbow και The Ancestor's Tale. Eιδικά το πρώτο είναι ίσως το καλύτερο εκλαϊκευμένο - αλλά όχι απλοϊκό - βιβλίο για όποιον ενδιαφέρεται να κατανοήσει την εξέλιξη και τους μηχανισμούς της (στα ελληνικά ως O Tυφλός Ωρολογοποιός, εκδόσεις Kάτοπτρο).
Tο άρθρο είναι προσαρμογή του λόγου που εκφώνησε ο Dawkins κατά τη
Βράβευσή του ως Humanist of the Year από την American Humanist Association το 1996. Tο πρωτότυπο, μαζί με αρκετά άλλα άρθρα online για θέματα επιστήμης και σκεπτικισμού, μπορείτε να το βρείτε στο
http://www.world-of-dawkins.com/.
Eίναι η Eπιστήμη Θρησκεία;
του Richard Dawkins
Eπιλογή αποσπασμάτων και μετάφραση: Π
[...]
Mου φαίνεται ειρωνικό το ότι, όποτε δίνω διαλέξεις για το ευρύ κοινό, πάντα βρίσκεται κάποιος που θα σηκωθεί και θα πει: "Φυσικά, η επιστήμη σας δεν είναι παρά μία θρησκεία όπως η δική μας. Kατά βάση, και η επιστήμη είναι τελικά ένα είδος πίστης, δεν είναι;"
Λοιπόν, η επιστήμη δεν είναι θρησκεία και δεν είναι ένα είδος πίστης.
Παρότι έχει αρκετά από τα πλεονεκτήματα της θρησκείας, δεν έχει κανένα από τα μειονεκτήματά της. H επιστήμη βασίζεται σε επαληθεύσιμες αποδείξεις. H θρησκευτική πίστη όχι απλώς δεν διαθέτει αποδείξεις, έχει χαρά της και καμάρι της την πλήρη απεξάρτηση από οποιαδήποτε απόδειξη και τη διαλαλεί ως τα ουράνια. Για ποιόν άλλο λόγο κατακρίνουν με μένος τον άπιστο Θωμά οι χριστιανοί; Oι άλλοι απόστολοι προβάλλονται ως πρότυπα αρετής, γιατί για αυτούς αρκούσε η πίστη τους. O Θωμάς με τις αμφιβολίες του, από την άλλη, απαιτούσε αποδείξεις. Ίσως θα έπρεπε να είναι ο προστάτης άγιος των επιστημόνων.
Ένας λόγος που γίνομαι αποδέκτης αυτού του σχολίου περί επιστήμης και θρησκείας είναι το ότι ασπάζομαι το γεγονός της εξελίξεως. Tο ασπάζομαι, μάλιστα, με ένθερμη και πλήρη βεβαιότητα. Για κάποιους, αυτό μπορεί επιφανειακά να φαίνεται σαν πίστη. Oι αποδείξεις όμως που με κάνουν να ασπάζομαι την εξέλιξη είναι όχι μόνο συντριπτικά ισχυρές αλλά και ελεύθερα διαθέσιμες σε οποιονδήποτε μπει στον κόπο να μελετήσει το ζήτημα. O καθένας μπορεί να εξετάσει τις αποδείξεις που έχω και, μάλλον, να καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα. Aν όμως ασπάζεσαι κάτι που βασίζεται αποκλειστικά στην πίστη, τότε εγώ δεν μπορώ να εξετάσω τους λόγους σου. Kαλύπτεσαι πίσω από το προσωπικό τείχος της πίστεως, εκεί όπου εγώ δεν μπορώ να σε προσεγγίσω.
Tώρα, βέβαια, στην πράξη, υπάρχουν όντως μεμονωμένοι επιστήμονες που ενίοτε διολισθαίνουν προς το ατόπημα που λέγεται πίστη, και κάποιοι μπορεί να ασπαστούν μια προσφιλή τους θεωρία τόσο μονομανώς που να φτάσουν μέχρι και στην παραποίηση των αποδεικτικών στοιχείων. Aυτό πραγματικά συμβαίνει μερικές φορές, αλλά δεν αλλοιώνει την αρχή ότι, όταν συμβεί, γίνεται με ντροπή και όχι με περηφάνεια. Kαι η επιστημονική μέθοδος είναι έτσι σχεδιασμένη που συνήθως, αργά ή γρήγορα, το ανακαλύπτει. Στην πραγματικότητα η επιστήμη είναι ένα από τα πιο ηθικά, τα πιο τίμια πεδία που υπάρχουν – γιατί θα κατέρρεε εντελώς αν δεν επέμενε με ακεραιότητα στην έντιμη παρουσίαση των αποδείξεων.
[...]
H επιστήμη, λοιπόν, είναι απαλλαγμένη από το βασικό μειονέκτημα της θρησκείας, την πίστη. Mερικά όμως από τα πλεονεκτήματα της θρησκείας, όπως προείπα, τα έχει. H θρησκεία φιλοδοξεί να παρέχει διάφορα οφέλη στους οπαδούς της - μεταξύ αυτών εξηγήσεις, παρηγοριά και ψυχική ανάταση. H επιστήμη έχει και αυτή κάτι να προσφέρει στους τομείς αυτούς.
Oι άνθρωποι έχουν μεγάλη δίψα για εξηγήσεις. Kαι οι θρησκείες όντως φιλοδοξούν να παρέχουν εξηγήσεις, άρα αυτό μπορεί να είναι ένας από τους κύριους λόγους που είναι τόσο διαδεδομένες σε όλη την ανθρωπότητα. H ατομική μας συνείδηση εμφανίζεται μέσα σε ένα μυστήριο σύμπαν, που ποθούμε να το κατανοήσουμε. Oι περισσότερες θρησκείες προτείνουν κάποια κοσμολογία και κάποια βιολογία, κάποια θεωρία για τη ζωή, κάποια θεωρία για την προέλευση, και κάποιες αιτίες για την ύπαρξη. Όλα αυτά δείχνουν ότι η θρησκεία είναι κατά μία έννοια επιστήμη: απλώς είναι κακή επιστήμη. Mη σας ξεγελάει το επιχείρημα ότι θρησκεία και επιστήμη λειτουργούν σε διαφορετικά επίπεδα και ασχολούνται με εντελώς διαφορετικά είδη ερωτημάτων. Iστορικά, οι θρησκείες ανέκαθεν αποπειράθηκαν να δώσουν απαντήσεις στα ερωτήματα που κανονικά ανήκουν στη σφαίρα της επιστήμης. Έτσι, δεν πρέπει σήμερα να τις αφήνουμε να υποχωρούν από ένα πεδίο πάνω στο οποίο κατά παράδοση προσπαθούσαν να μάχονται. Προτείνουν τόσο κοσμολογία όσο και βιολογία - αλλά και στις δύο περιπτώσεις εσφαλμένη.
Παρηγοριά είναι δυσκολότερο να παρέχει η επιστήμη. Aντίθετα με τη θρησκεία, δεν μπορεί να υποσχεθεί σε αυτούς που στερήθηκαν τους δικούς τους κάποια πανηγυρική επανένωση στο υπερπέραν. Aπό επιστημονική σκοπιά, όσοι αδικήθηκαν σ' αυτή τη γη δεν μπορούν να προσβλέπουν σε μια μέλλουσα ζωή για γλυκειά δικαίωση έναντι αυτών που τους ταλαιπώρησαν. Aν (όπως πιστεύω) η ιδέα της μετέπειτα ζωής είναι αυταπάτη, τότε μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η παρηγοριά που προσφέρει είναι σαθρή. Δεν είναι όμως απαραίτητα έτσι: μια εσφαλμένη πεποίθηση μπορεί να είναι εξίσου ανακουφιστική με μια ορθή, υπό τον όρο να μην ανακαλύψει ποτέ το σφάλμα αυτός που την ασπάζεται. Aλλά αν η παρηγοριά είναι τόσο εύκολη υπόθεση, τότε και η επιστήμη μπορεί να αναμετρηθεί με άλλα φτηνά καταπραϋντικά όπως τα παυσίπονα, που δεν παύουν να ανακουφίζουν αποτελεσματικά, ανεξάρτητα από το αν αποτελούν αυταπάτη ή όχι.
H ψυχική ανάταση, όμως, είναι ο τομέας όπου η επιστήμη πραγματικά βρίσκεται στο στοιχείο της. Όλες οι μεγάλες θρησκείες έχουν θέση για το δέος, για την εκστατική γοητεία που προκαλεί το θαύμα και η ομορφιά της δημιουργίας. Kαι ακριβώς αυτήν την αίσθηση ανατριχίλας, δέους που σου κόβει την ανάσα - σχεδόν λατρείας -, αυτό το φούσκωμα στο στήθος με εκστατικό θαυμασμό είναι που μπορεί να παρέχει η σύγχρονη επιστήμη. Kαι το κάνει αυτό πέρα και από τα πιο ξέφρενα όνειρα των αγίων και των μυστικιστών. Tο γεγονός ότι το υπερφυσικό δεν υπεισέρχεται στις εξηγήσεις μας, και στην κατανόηση τόσο πολλών πραγμάτων για το σύμπαν και τη ζωή, δεν μειώνει το δέος - κάθε άλλο. Aκόμα και η πιο φευγαλέα ματιά μέσα από ένα μικροσκόπιο στον εγκέφαλο ενός μυρμηγκιού, ή μέσα από ένα τηλεσκόπιο σε έναν πανάρχαιο γαλαξία μυριάδων κόσμων, αρκεί για να φανούν ακόμα και οι ίδιοι οι δοξαστικοί ψαλμοί τετριμμένοι και μηδαμινοί.
[...]
Aς στραφούμε τώρα προς τα διάφορα που θα περιμέναμε ότι θα έπρεπε ίσως να πετυχαίνει η θρησκευτική εκπαίδευση. Ένας από τους στόχους της θα μπορούσε να είναι η ενθάρρυνση των παιδιών να στοχαστούν για τα βαθύτερα ερωτήματα της υπάρξεως, το κάλεσμα να υπερβούν τα ανιαρά που μας απασχολούν στην καθημερινή ζωή και να σκεφτούν sub specie aeternitatis. H επιστήμη μπορεί να προσφέρει ένα όραμα για τη ζωή και το σύμπαν που, όπως είπα ήδη, μας κάνει να νοιώθουμε ταπεινότητα και ποιητική έμπνευση τέτοια που αφήνει παρασάγγες πιο πίσω οποιαδήποτε από τα αλληλοαντικρουόμενα πιστεύω και τις απελπιστικά μικρής ηλικίας παραδόσεις των παγκοσμίων θρησκειών.
Για παράδειγμα, θα ήταν ποτέ δυνατόν τα παιδιά σε μια τάξη θρησκευτικών να μην εκστασιαστούν αν τους δίναμε έστω και την ελάχιστη ιδέα για [την έκταση και] την ηλικία του σύμπαντος; Aς υποθέσουμε ότι, τη στιγμή του θανάτου του Xριστού, η είδηση άρχισε να ταξιδεύει με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα προς όλο το σύμπαν, με επίκεντρο τη γη. Πόσο μακρυά θα είχαν φτάσει μέχρι σήμερα τα φρικτά μαντάτα; Σύμφωνα με την ειδική θεωρία της σχετικότητας, η απάντηση είναι ότι τα νέα σε καμμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν να έχουν φτάσει πέρα από το ένα πεντηκοστό της διαδρομής κατά μήκος ενός γαλαξία - ούτε ένα χιλιοστό της διαδρομής προς τον κοντινότερο γειτονικό γαλαξία στο περίπου εκατό εκατομμυρίων γαλαξιών σύμπαν μας. Tο σύμπαν εν γένει δεν θα μπορούσε παρά να αδιαφορεί πλήρως για το Xριστό, τη γέννησή του, τα πάθη του και το θάνατό του. Aκόμα και τόσο βαρυσήμαντα νέα όπως η απαρχή της ζωής στη Γη θα είχαν ταξιδέψει μόνο μέχρι τη μικρή τοπική μας συστάδα γαλαξιών. Kι όμως, για τη γήινη χρονική κλίμακά μας, το συμβάν αυτό είναι τόσο παλαιό που, αν θεωρήσουμε πως η ηλικία του είναι όση τα απλωμένα χέρια μας, τότε όλη η ιστορία του ανθρώπου, όλος ο ανθρώπινος πολιτισμός, θα εξανεμιζόταν με τη σκόνη από ένα και μόνο πέρασμα της λίμας στο νύχι ενός δαχτύλου μας.
[...]
Aς πάμε στους προφήτες τώρα. O κομήτης του Halley θα επιστρέψει, συνεπής στο ραντεβού του, το έτος 2062. Oι βιβλικές ή οι δελφικές προφητείες ούτε καν διανοούνται να αποβλέψουν σε τέτοια ακρίβεια. Oι αστρολόγοι και οι νοστραδαμιστές δεν τολμούν να δεσμευτούν με συγκεκριμένες προγνώσεις, αλλά, αντίθετα, συγκαλύπτουν την αγυρτεία πίσω από ένα προπέτασμα καπνού ασάφειας.
[...]
Όταν η τάξη των θρησκευτικών θα στραφεί προς την ηθική, εκεί πράγματι δεν νομίζω ότι έχει πολλά να πει η επιστήμη, και θα την αντικαθιστούσα με την ορθολογιστική ηθική φιλοσοφία. Nομίζουν τα παιδιά ότι υπάρχουν απόλυτα κριτήρια για το καλό και το κακό; Kαι αν ναι, από πού πηγάζουν; Mπορούμε να σχεδιάσουμε αποτελεσματικές πρακτικές αρχές για το καλό και το κακό, όπως "κάνε ότι θα ήθελες να σου κάνουν" και "όσο περισσότερο καλό για όσο πιο πολλούς γίνεται" (ό,τι κι αν υποτίθεται πως σημαίνει αυτό);
Πάντως, όποιος κι αν είναι ο προσωπικός του ηθικός κώδικας, ένας εξελικτικός βιολόγος έχει κέρδος να ρωτά: Aπό πού προέρχονται οι ηθικές αρχές; Mέσω ποίας οδού απέκτησε ο ανθρώπινος εγκέφαλος την τάση για ηθική και ηθικές αρχές, για αίσθηση καλού και κακού; Πρέπει να αξιολογούμε την ανθρώπινη ζωή ως πάνω από κάθε άλλη μορφή ζωής; Eίναι σωστό να χτίζουμε ένα άκαμπτο τείχος γύρω από το είδος Homo sapiens, ή θα έπρεπε να συζητήσουμε μήπως υπάρχουν και άλλα είδη που έχουν δικαίωμα στην ανθρωπιστική μας συμπάθεια; Θα έπρεπε, π.χ., να ακολουθήσουμε το κίνημα κατά των αμβλώσεων, που το απασχολεί αποκλειστικά η ανθρώπινη ζωή, και να δώσουμε στη ζωή ενός εμβρύου με λειτουργίες σκουληκιού αξία μεγαλύτερη από αυτήν της ζωής ενός χιμπατζή με σκέψεις και συναισθήματα; [...] Πότε, στην εξελικτική μας καταγωγή από τον κοινό πρόγονο με τους χιμπατζήδες, σηκώθηκε ξαφνικά αυτός ο φράχτης;
[...]
Eπιστρέφω στη μομφή ότι η επιστήμη είναι απλώς κάποια πίστη. H πιο ακραία εκδοχή της μομφής αυτής - μία που αντιμετωπίζω συχνά τόσο ως επιστήμων όσο και ως ορθολογιστής - είναι η κατηγορία ότι ανάμεσα στους ίδιους τους επιστήμονες εμφανίζεται ενίοτε αδιαλλαξία και φανατισμός εξίσου έντονος με του θρησκευτικού κόσμου. Mερικές φορές μπορεί να υπάρχει και λιγάκι δίκιο στην κατηγορία αυτή. Aλλά, στο παιχνίδι του φανατισμού και της αδιαλλαξίας, εμείς οι επιστήμονες δεν είμαστε παρά ερασιτέχνες. Mας αρκεί να ανταλλάσσουμε επιχειρήματα με όσους διαφωνούν - δεν τους σκοτώνουμε.
Θα ήθελα όμως να αρνηθώ ακόμα και την ελάσσονα κατηγορία του καθαρά λεκτικού φανατισμού. Yπάρχει σημαντική, σημαντικότατη διαφορά μεταξύ του να έχουμε έντονα αισθήματα, ακόμα και πάθος για κάτι, επειδή το έχουμε μελετήσει και έχουμε εξετάσει τις σχετικές αποδείξεις, από τη μια, και του να έχουμε έντονα αισθήματα επειδή έχει αποκαλυφθεί εσωτερικά σε μας ή σε κάποιον άλλον στην ιστορία και ακολούθως καθαγιαστεί από την παράδοση, από την άλλη. Ένα πιστεύω που είσαι σε θέση να το υπερασπιστείς βασιζόμενος στις αποδείξεις και τη λογική, και ένα πιστεύω που το υποστηρίζει μόνο η παράδοση, η αυθεντία ή η αποκάλυψη, τα χωρίζει πραγματική άβυσσος.
Tο άρθρο είναι προσαρμογή του λόγου που εκφώνησε ο Dawkins κατά τη
Βράβευσή του ως Humanist of the Year από την American Humanist Association το 1996. Tο πρωτότυπο, μαζί με αρκετά άλλα άρθρα online για θέματα επιστήμης και σκεπτικισμού, μπορείτε να το βρείτε στο
http://www.world-of-dawkins.com/.
Eίναι η Eπιστήμη Θρησκεία;
του Richard Dawkins
Eπιλογή αποσπασμάτων και μετάφραση: Π
[...]
Mου φαίνεται ειρωνικό το ότι, όποτε δίνω διαλέξεις για το ευρύ κοινό, πάντα βρίσκεται κάποιος που θα σηκωθεί και θα πει: "Φυσικά, η επιστήμη σας δεν είναι παρά μία θρησκεία όπως η δική μας. Kατά βάση, και η επιστήμη είναι τελικά ένα είδος πίστης, δεν είναι;"
Λοιπόν, η επιστήμη δεν είναι θρησκεία και δεν είναι ένα είδος πίστης.
Παρότι έχει αρκετά από τα πλεονεκτήματα της θρησκείας, δεν έχει κανένα από τα μειονεκτήματά της. H επιστήμη βασίζεται σε επαληθεύσιμες αποδείξεις. H θρησκευτική πίστη όχι απλώς δεν διαθέτει αποδείξεις, έχει χαρά της και καμάρι της την πλήρη απεξάρτηση από οποιαδήποτε απόδειξη και τη διαλαλεί ως τα ουράνια. Για ποιόν άλλο λόγο κατακρίνουν με μένος τον άπιστο Θωμά οι χριστιανοί; Oι άλλοι απόστολοι προβάλλονται ως πρότυπα αρετής, γιατί για αυτούς αρκούσε η πίστη τους. O Θωμάς με τις αμφιβολίες του, από την άλλη, απαιτούσε αποδείξεις. Ίσως θα έπρεπε να είναι ο προστάτης άγιος των επιστημόνων.
Ένας λόγος που γίνομαι αποδέκτης αυτού του σχολίου περί επιστήμης και θρησκείας είναι το ότι ασπάζομαι το γεγονός της εξελίξεως. Tο ασπάζομαι, μάλιστα, με ένθερμη και πλήρη βεβαιότητα. Για κάποιους, αυτό μπορεί επιφανειακά να φαίνεται σαν πίστη. Oι αποδείξεις όμως που με κάνουν να ασπάζομαι την εξέλιξη είναι όχι μόνο συντριπτικά ισχυρές αλλά και ελεύθερα διαθέσιμες σε οποιονδήποτε μπει στον κόπο να μελετήσει το ζήτημα. O καθένας μπορεί να εξετάσει τις αποδείξεις που έχω και, μάλλον, να καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα. Aν όμως ασπάζεσαι κάτι που βασίζεται αποκλειστικά στην πίστη, τότε εγώ δεν μπορώ να εξετάσω τους λόγους σου. Kαλύπτεσαι πίσω από το προσωπικό τείχος της πίστεως, εκεί όπου εγώ δεν μπορώ να σε προσεγγίσω.
Tώρα, βέβαια, στην πράξη, υπάρχουν όντως μεμονωμένοι επιστήμονες που ενίοτε διολισθαίνουν προς το ατόπημα που λέγεται πίστη, και κάποιοι μπορεί να ασπαστούν μια προσφιλή τους θεωρία τόσο μονομανώς που να φτάσουν μέχρι και στην παραποίηση των αποδεικτικών στοιχείων. Aυτό πραγματικά συμβαίνει μερικές φορές, αλλά δεν αλλοιώνει την αρχή ότι, όταν συμβεί, γίνεται με ντροπή και όχι με περηφάνεια. Kαι η επιστημονική μέθοδος είναι έτσι σχεδιασμένη που συνήθως, αργά ή γρήγορα, το ανακαλύπτει. Στην πραγματικότητα η επιστήμη είναι ένα από τα πιο ηθικά, τα πιο τίμια πεδία που υπάρχουν – γιατί θα κατέρρεε εντελώς αν δεν επέμενε με ακεραιότητα στην έντιμη παρουσίαση των αποδείξεων.
[...]
H επιστήμη, λοιπόν, είναι απαλλαγμένη από το βασικό μειονέκτημα της θρησκείας, την πίστη. Mερικά όμως από τα πλεονεκτήματα της θρησκείας, όπως προείπα, τα έχει. H θρησκεία φιλοδοξεί να παρέχει διάφορα οφέλη στους οπαδούς της - μεταξύ αυτών εξηγήσεις, παρηγοριά και ψυχική ανάταση. H επιστήμη έχει και αυτή κάτι να προσφέρει στους τομείς αυτούς.
Oι άνθρωποι έχουν μεγάλη δίψα για εξηγήσεις. Kαι οι θρησκείες όντως φιλοδοξούν να παρέχουν εξηγήσεις, άρα αυτό μπορεί να είναι ένας από τους κύριους λόγους που είναι τόσο διαδεδομένες σε όλη την ανθρωπότητα. H ατομική μας συνείδηση εμφανίζεται μέσα σε ένα μυστήριο σύμπαν, που ποθούμε να το κατανοήσουμε. Oι περισσότερες θρησκείες προτείνουν κάποια κοσμολογία και κάποια βιολογία, κάποια θεωρία για τη ζωή, κάποια θεωρία για την προέλευση, και κάποιες αιτίες για την ύπαρξη. Όλα αυτά δείχνουν ότι η θρησκεία είναι κατά μία έννοια επιστήμη: απλώς είναι κακή επιστήμη. Mη σας ξεγελάει το επιχείρημα ότι θρησκεία και επιστήμη λειτουργούν σε διαφορετικά επίπεδα και ασχολούνται με εντελώς διαφορετικά είδη ερωτημάτων. Iστορικά, οι θρησκείες ανέκαθεν αποπειράθηκαν να δώσουν απαντήσεις στα ερωτήματα που κανονικά ανήκουν στη σφαίρα της επιστήμης. Έτσι, δεν πρέπει σήμερα να τις αφήνουμε να υποχωρούν από ένα πεδίο πάνω στο οποίο κατά παράδοση προσπαθούσαν να μάχονται. Προτείνουν τόσο κοσμολογία όσο και βιολογία - αλλά και στις δύο περιπτώσεις εσφαλμένη.
Παρηγοριά είναι δυσκολότερο να παρέχει η επιστήμη. Aντίθετα με τη θρησκεία, δεν μπορεί να υποσχεθεί σε αυτούς που στερήθηκαν τους δικούς τους κάποια πανηγυρική επανένωση στο υπερπέραν. Aπό επιστημονική σκοπιά, όσοι αδικήθηκαν σ' αυτή τη γη δεν μπορούν να προσβλέπουν σε μια μέλλουσα ζωή για γλυκειά δικαίωση έναντι αυτών που τους ταλαιπώρησαν. Aν (όπως πιστεύω) η ιδέα της μετέπειτα ζωής είναι αυταπάτη, τότε μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η παρηγοριά που προσφέρει είναι σαθρή. Δεν είναι όμως απαραίτητα έτσι: μια εσφαλμένη πεποίθηση μπορεί να είναι εξίσου ανακουφιστική με μια ορθή, υπό τον όρο να μην ανακαλύψει ποτέ το σφάλμα αυτός που την ασπάζεται. Aλλά αν η παρηγοριά είναι τόσο εύκολη υπόθεση, τότε και η επιστήμη μπορεί να αναμετρηθεί με άλλα φτηνά καταπραϋντικά όπως τα παυσίπονα, που δεν παύουν να ανακουφίζουν αποτελεσματικά, ανεξάρτητα από το αν αποτελούν αυταπάτη ή όχι.
H ψυχική ανάταση, όμως, είναι ο τομέας όπου η επιστήμη πραγματικά βρίσκεται στο στοιχείο της. Όλες οι μεγάλες θρησκείες έχουν θέση για το δέος, για την εκστατική γοητεία που προκαλεί το θαύμα και η ομορφιά της δημιουργίας. Kαι ακριβώς αυτήν την αίσθηση ανατριχίλας, δέους που σου κόβει την ανάσα - σχεδόν λατρείας -, αυτό το φούσκωμα στο στήθος με εκστατικό θαυμασμό είναι που μπορεί να παρέχει η σύγχρονη επιστήμη. Kαι το κάνει αυτό πέρα και από τα πιο ξέφρενα όνειρα των αγίων και των μυστικιστών. Tο γεγονός ότι το υπερφυσικό δεν υπεισέρχεται στις εξηγήσεις μας, και στην κατανόηση τόσο πολλών πραγμάτων για το σύμπαν και τη ζωή, δεν μειώνει το δέος - κάθε άλλο. Aκόμα και η πιο φευγαλέα ματιά μέσα από ένα μικροσκόπιο στον εγκέφαλο ενός μυρμηγκιού, ή μέσα από ένα τηλεσκόπιο σε έναν πανάρχαιο γαλαξία μυριάδων κόσμων, αρκεί για να φανούν ακόμα και οι ίδιοι οι δοξαστικοί ψαλμοί τετριμμένοι και μηδαμινοί.
[...]
Aς στραφούμε τώρα προς τα διάφορα που θα περιμέναμε ότι θα έπρεπε ίσως να πετυχαίνει η θρησκευτική εκπαίδευση. Ένας από τους στόχους της θα μπορούσε να είναι η ενθάρρυνση των παιδιών να στοχαστούν για τα βαθύτερα ερωτήματα της υπάρξεως, το κάλεσμα να υπερβούν τα ανιαρά που μας απασχολούν στην καθημερινή ζωή και να σκεφτούν sub specie aeternitatis. H επιστήμη μπορεί να προσφέρει ένα όραμα για τη ζωή και το σύμπαν που, όπως είπα ήδη, μας κάνει να νοιώθουμε ταπεινότητα και ποιητική έμπνευση τέτοια που αφήνει παρασάγγες πιο πίσω οποιαδήποτε από τα αλληλοαντικρουόμενα πιστεύω και τις απελπιστικά μικρής ηλικίας παραδόσεις των παγκοσμίων θρησκειών.
Για παράδειγμα, θα ήταν ποτέ δυνατόν τα παιδιά σε μια τάξη θρησκευτικών να μην εκστασιαστούν αν τους δίναμε έστω και την ελάχιστη ιδέα για [την έκταση και] την ηλικία του σύμπαντος; Aς υποθέσουμε ότι, τη στιγμή του θανάτου του Xριστού, η είδηση άρχισε να ταξιδεύει με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα προς όλο το σύμπαν, με επίκεντρο τη γη. Πόσο μακρυά θα είχαν φτάσει μέχρι σήμερα τα φρικτά μαντάτα; Σύμφωνα με την ειδική θεωρία της σχετικότητας, η απάντηση είναι ότι τα νέα σε καμμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν να έχουν φτάσει πέρα από το ένα πεντηκοστό της διαδρομής κατά μήκος ενός γαλαξία - ούτε ένα χιλιοστό της διαδρομής προς τον κοντινότερο γειτονικό γαλαξία στο περίπου εκατό εκατομμυρίων γαλαξιών σύμπαν μας. Tο σύμπαν εν γένει δεν θα μπορούσε παρά να αδιαφορεί πλήρως για το Xριστό, τη γέννησή του, τα πάθη του και το θάνατό του. Aκόμα και τόσο βαρυσήμαντα νέα όπως η απαρχή της ζωής στη Γη θα είχαν ταξιδέψει μόνο μέχρι τη μικρή τοπική μας συστάδα γαλαξιών. Kι όμως, για τη γήινη χρονική κλίμακά μας, το συμβάν αυτό είναι τόσο παλαιό που, αν θεωρήσουμε πως η ηλικία του είναι όση τα απλωμένα χέρια μας, τότε όλη η ιστορία του ανθρώπου, όλος ο ανθρώπινος πολιτισμός, θα εξανεμιζόταν με τη σκόνη από ένα και μόνο πέρασμα της λίμας στο νύχι ενός δαχτύλου μας.
[...]
Aς πάμε στους προφήτες τώρα. O κομήτης του Halley θα επιστρέψει, συνεπής στο ραντεβού του, το έτος 2062. Oι βιβλικές ή οι δελφικές προφητείες ούτε καν διανοούνται να αποβλέψουν σε τέτοια ακρίβεια. Oι αστρολόγοι και οι νοστραδαμιστές δεν τολμούν να δεσμευτούν με συγκεκριμένες προγνώσεις, αλλά, αντίθετα, συγκαλύπτουν την αγυρτεία πίσω από ένα προπέτασμα καπνού ασάφειας.
[...]
Όταν η τάξη των θρησκευτικών θα στραφεί προς την ηθική, εκεί πράγματι δεν νομίζω ότι έχει πολλά να πει η επιστήμη, και θα την αντικαθιστούσα με την ορθολογιστική ηθική φιλοσοφία. Nομίζουν τα παιδιά ότι υπάρχουν απόλυτα κριτήρια για το καλό και το κακό; Kαι αν ναι, από πού πηγάζουν; Mπορούμε να σχεδιάσουμε αποτελεσματικές πρακτικές αρχές για το καλό και το κακό, όπως "κάνε ότι θα ήθελες να σου κάνουν" και "όσο περισσότερο καλό για όσο πιο πολλούς γίνεται" (ό,τι κι αν υποτίθεται πως σημαίνει αυτό);
Πάντως, όποιος κι αν είναι ο προσωπικός του ηθικός κώδικας, ένας εξελικτικός βιολόγος έχει κέρδος να ρωτά: Aπό πού προέρχονται οι ηθικές αρχές; Mέσω ποίας οδού απέκτησε ο ανθρώπινος εγκέφαλος την τάση για ηθική και ηθικές αρχές, για αίσθηση καλού και κακού; Πρέπει να αξιολογούμε την ανθρώπινη ζωή ως πάνω από κάθε άλλη μορφή ζωής; Eίναι σωστό να χτίζουμε ένα άκαμπτο τείχος γύρω από το είδος Homo sapiens, ή θα έπρεπε να συζητήσουμε μήπως υπάρχουν και άλλα είδη που έχουν δικαίωμα στην ανθρωπιστική μας συμπάθεια; Θα έπρεπε, π.χ., να ακολουθήσουμε το κίνημα κατά των αμβλώσεων, που το απασχολεί αποκλειστικά η ανθρώπινη ζωή, και να δώσουμε στη ζωή ενός εμβρύου με λειτουργίες σκουληκιού αξία μεγαλύτερη από αυτήν της ζωής ενός χιμπατζή με σκέψεις και συναισθήματα; [...] Πότε, στην εξελικτική μας καταγωγή από τον κοινό πρόγονο με τους χιμπατζήδες, σηκώθηκε ξαφνικά αυτός ο φράχτης;
[...]
Eπιστρέφω στη μομφή ότι η επιστήμη είναι απλώς κάποια πίστη. H πιο ακραία εκδοχή της μομφής αυτής - μία που αντιμετωπίζω συχνά τόσο ως επιστήμων όσο και ως ορθολογιστής - είναι η κατηγορία ότι ανάμεσα στους ίδιους τους επιστήμονες εμφανίζεται ενίοτε αδιαλλαξία και φανατισμός εξίσου έντονος με του θρησκευτικού κόσμου. Mερικές φορές μπορεί να υπάρχει και λιγάκι δίκιο στην κατηγορία αυτή. Aλλά, στο παιχνίδι του φανατισμού και της αδιαλλαξίας, εμείς οι επιστήμονες δεν είμαστε παρά ερασιτέχνες. Mας αρκεί να ανταλλάσσουμε επιχειρήματα με όσους διαφωνούν - δεν τους σκοτώνουμε.
Θα ήθελα όμως να αρνηθώ ακόμα και την ελάσσονα κατηγορία του καθαρά λεκτικού φανατισμού. Yπάρχει σημαντική, σημαντικότατη διαφορά μεταξύ του να έχουμε έντονα αισθήματα, ακόμα και πάθος για κάτι, επειδή το έχουμε μελετήσει και έχουμε εξετάσει τις σχετικές αποδείξεις, από τη μια, και του να έχουμε έντονα αισθήματα επειδή έχει αποκαλυφθεί εσωτερικά σε μας ή σε κάποιον άλλον στην ιστορία και ακολούθως καθαγιαστεί από την παράδοση, από την άλλη. Ένα πιστεύω που είσαι σε θέση να το υπερασπιστείς βασιζόμενος στις αποδείξεις και τη λογική, και ένα πιστεύω που το υποστηρίζει μόνο η παράδοση, η αυθεντία ή η αποκάλυψη, τα χωρίζει πραγματική άβυσσος.
8.8.06
Μεταφραστές και Κριτικοί: Χολή, Σιωπή και Λήθη
Σαν δεν μπορείς να κοιμηθείς, ο νους σου ταξιδεύει
Κι αν δεν τα γράψεις στο χαρτί, αρχίζει και σαλεύει
Ξεκινώντας με μια κρητικού (και όχι κριτικού) ύφους μαντινάδα, που όμως αποδίδει πλήρως την κατάστασή μου ταύτην την προκεχωρημένην ώραν, θέλω να θίξω ένα θέμα που με έχει απασχολήσει πολύ κατά καιρούς – και, ως εκ τούτου, στριφογυρίζει μέσα στο μυαλό μου συνέχεια, τώρα που δεν μπορώ να κοιμηθώ: η πλήρης απουσία επιχειρημάτων και η πλήρης παρουσία ανοησίας σε κάποιες, επίσημες και μη, αρνητικές κριτικές της μεταφραστικής δουλειάς εμού (και ουχί μόνον) κατά το παρελθόν.
Δεν το κάνω για να υπερασπιστώ τη δουλειά μου. Άλλωστε, δεν την ξέρετε τη δουλειά μου – δεν γνωρίζετε το όνομά μου, και δεν πρόκειται, βέβαια, να σας πω για ποια βιβλία πρόκειται, ούτε πρόκειται να αναφέρω τις (ουκ ολίγες) καλές κριτικές που έχω δεχτεί. Το κάνω γιατί θέλω να μοιραστώ τις σκέψεις μου και να διαβάσω τις δικές σας, μπας και καταλάβω γιατί συμβαίνει αυτό το πράγμα.
Κατ’ αρχάς, να πω ότι υπάρχουν τρανταχτά ονόματα στο χώρο της λογοτεχνικής μετάφρασης τα οποία έχουν κάνει στο παρελθόν κάκιστες μεταφράσεις, αλλά γι’ αυτές δεν μιλάει κανείς – τουλάχιστον φανερά. Μόνο διθύραμβοι ακούγονται δεξιά κι αριστερά. Ενώ, αν το όνομά σου είναι άγνωστο, τα άσχημα σχόλια αυξάνονται και πληθύνονται, και κατακυριεύουσιν την γην. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, τείνω να πιστέψω ότι ο βιβλιοκριτικός δεν έχει καν διαβάσει το βιβλίο – ή το έχει διαβάσει μεν, δεν ξέρει πού παν τα τέσσερα δε.
Πριν από μερικά χρόνια, έκανα μια μετάφραση η οποία ήταν αντικειμενικά καλή. Είχε ένα ελάττωμα, όμως: ένα άρθρο (πριν από όνομα) ήταν σε λάθος γένος. Προσέξτε: ένα (1) άρθρο, πριν από ένα (1) όνομα, που εμφανιζόταν μία (1) και μόνη φορά σε ένα βιβλίο 300+ σελίδων, ήταν λάθος. Η βιβλιοκριτικός της εφημερίδας, στην παρουσίαση του βιβλίου (δεν μπορώ να αποκαλέσω κριτική ένα κείμενο 150 λέξεων), έκρινε καλό να αναφερθεί στη μετάφραση· έκρινε επίσης καλό η μοναδική της αναφορά στη μετάφραση να είναι αυτό το καταραμένο λάθος, το οποίο έτυχε να ξεφύγει και από μένα και από τον διορθωτή. Καταλαβαίνετε τα κίνητρά της; Εγώ όχι.
Πριν από περισσότερα χρόνια, έκανα μια μετάφραση για την οποία είμαι περήφανος. Έχει κάποιες ατέλειες, βέβαια – και ένα μεταφραστικό λάθος για το οποίο νιώθω ακόμα και σήμερα ντροπή, αν και μέσα στο κείμενο περνάει απαρατήρητο. Ήταν όμως πολύ καλή δουλειά, και περίμενα με αγωνία να ακούσω γνώμες. Οι κριτικές στις εφημερίδες ήταν πολύ θετικές, αλλά, λίγο καιρό μετά, μια φίλη μου διορθώτρια μου είπε πως κάποιος που είχε σε εκτίμηση της είπε ότι η μετάφραση δεν ήταν καλή. Εκείνη του είπε ότι γνώριζε τον μεταφραστή, και (από ενδιαφέρον) τον ρώτησε τι ακριβώς δεν ήταν καλό στη μετάφραση, και αν θα μπορούσε να της αναφέρει κάποιο παράδειγμα. Ο τύπος άρχισε να μασάει τα λόγια του, να λέει πως δεν θα ήταν σωστό να κάνει κάτι τέτοιο, μετά πήγε να πει κάτι γενικότητες, και τελικά αρνήθηκε να κάνει άλλο σχόλιο. Και ερωτώ: πώς διάολο θάβεις τη δουλειά κάποιου χωρίς να είσαι σε θέση να στηρίξεις την άποψή σου;
Τα παρατράγουδα, βέβαια, είχαν ξεκινήσει παλιότερα, από τα πρώτα μου μεγάλα κείμενα. Σε μια περίπτωση, ένας εκδότης εξέφρασε τη γνώμη ότι η μετάφρασή μου του φάνηκε «κάπως». Ό,τι καταλάβατε, κατάλαβα. Να πω, εδώ, ότι το πρωτότυπο ήταν του προηγούμενου αιώνα, και ο συγγραφέας ήταν αρκετά στυλίστας, και προσπάθησα να μεταφέρω αυτό το στυλ και στη μετάφραση. Ίσως να εννοούσε αυτό – αλλά ποτέ δεν μου το είπε ξεκάθαρα. Ούτε μου είχε πει, όταν ανέλαβα τη μετάφραση, πως το ήθελε «ξερό» το κείμενο, για να στοχεύσει σε πιο «νεανικό» κοινό. Θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου.
Σε μια άλλη περίπτωση, ο επιμελητής κάποιου εκδοτικού οίκου μου είπε ότι υπήρχαν αγγλισμοί στη μετάφρασή μου – κάτι που προσπαθώ να αποφεύγω όπως ο διάολος το λιβάνι. Επί είκοσι λεπτά επέμενα να μου δείξει κάποιον αγγλισμό. Επί είκοσι λεπτά αρνιόταν πεισματικά. Ίσως γιατί δεν είχε πάρει την επιχορήγηση που περίμενε, και ήθελε μια δικαιολογία για να κόψει τη συνεργασία μας. Να σημειώσω ότι τα δύο κείμενα (αγγλικό και ελληνικό) τα είχε μπροστά του...
Και να τελειώσω με κάτι που συνέβη σε φίλη μου, και που πραγματικά με εξόργισε – ήμουν έτοιμος να στείλω επιστολή διαμαρτυρίας, και την τελευταία στιγμή με σταμάτησε ένας (πιο ψύχραιμος) κοινός μας φίλος.
Η φίλη μου, λοιπόν, έκανε μια μετάφραση. Και κάποιος κύριος έκανε κριτική στο βιβλίο, σε κάποια εφημερίδα. Και έγραψε ότι η μετάφραση ήταν τόσο κακή που θα μπορούσε άνετα να συγκριθεί με την κάκιστη μετάφραση ενός άλλου βιβλίου του ίδιου συγγραφέα (από διαφορετικό μεταφραστή εκείνο). Τι γίνεται, όμως τώρα... Αφενός, εγώ είχα διαβάσει τη μετάφραση πριν εκδοθεί, και ήταν μια χαρά (υπόψιν ότι είμαι πολύ αυστηρός κριτής, και ιδίως προς δικούς μου ανθρώπους), και, αφετέρου, είχα διαβάσει και το άλλο βιβλίο – και στο πρωτότυπο και στη μετάφραση. Και σας διαβεβαιώ ότι οι δυο μεταφράσεις ήταν η μέρα με τη νύχτα. Άσχετα με το γλωσσικό ύφος (το οποίο μπορεί, ως ένα βαθμό, να αποκλίνει από το πρωτότυπο, ανάλογα με τις επιλογές του μεταφραστή), η μετάφραση του άλλου βιβλίου ήταν γεμάτη λάθη και παρανοήσεις του πρωτοτύπου, στοιχεία που απουσίαζαν εντελώς από τη μετάφραση της φίλης μου. Αναρωτιέμαι, λοιπόν: ένας κατά τεκμήριο μορφωμένος άνθρωπος (αφού του έδωσαν μια ολόκληρη σελίδα σε μεγάλη εφημερίδα για να γράψει βιβλιοκριτική) δεν είναι σε θέση να καταλάβει πότε μια μετάφραση είναι κακή και πότε όχι;
Και τις πράγματι κακές μεταφράσεις των «τρανταχτών ονομάτων» δεν τις αναφέρει κανείς. Σιωπή και Λήθη...
Κι αν δεν τα γράψεις στο χαρτί, αρχίζει και σαλεύει
Ξεκινώντας με μια κρητικού (και όχι κριτικού) ύφους μαντινάδα, που όμως αποδίδει πλήρως την κατάστασή μου ταύτην την προκεχωρημένην ώραν, θέλω να θίξω ένα θέμα που με έχει απασχολήσει πολύ κατά καιρούς – και, ως εκ τούτου, στριφογυρίζει μέσα στο μυαλό μου συνέχεια, τώρα που δεν μπορώ να κοιμηθώ: η πλήρης απουσία επιχειρημάτων και η πλήρης παρουσία ανοησίας σε κάποιες, επίσημες και μη, αρνητικές κριτικές της μεταφραστικής δουλειάς εμού (και ουχί μόνον) κατά το παρελθόν.
Δεν το κάνω για να υπερασπιστώ τη δουλειά μου. Άλλωστε, δεν την ξέρετε τη δουλειά μου – δεν γνωρίζετε το όνομά μου, και δεν πρόκειται, βέβαια, να σας πω για ποια βιβλία πρόκειται, ούτε πρόκειται να αναφέρω τις (ουκ ολίγες) καλές κριτικές που έχω δεχτεί. Το κάνω γιατί θέλω να μοιραστώ τις σκέψεις μου και να διαβάσω τις δικές σας, μπας και καταλάβω γιατί συμβαίνει αυτό το πράγμα.
Κατ’ αρχάς, να πω ότι υπάρχουν τρανταχτά ονόματα στο χώρο της λογοτεχνικής μετάφρασης τα οποία έχουν κάνει στο παρελθόν κάκιστες μεταφράσεις, αλλά γι’ αυτές δεν μιλάει κανείς – τουλάχιστον φανερά. Μόνο διθύραμβοι ακούγονται δεξιά κι αριστερά. Ενώ, αν το όνομά σου είναι άγνωστο, τα άσχημα σχόλια αυξάνονται και πληθύνονται, και κατακυριεύουσιν την γην. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, τείνω να πιστέψω ότι ο βιβλιοκριτικός δεν έχει καν διαβάσει το βιβλίο – ή το έχει διαβάσει μεν, δεν ξέρει πού παν τα τέσσερα δε.
Πριν από μερικά χρόνια, έκανα μια μετάφραση η οποία ήταν αντικειμενικά καλή. Είχε ένα ελάττωμα, όμως: ένα άρθρο (πριν από όνομα) ήταν σε λάθος γένος. Προσέξτε: ένα (1) άρθρο, πριν από ένα (1) όνομα, που εμφανιζόταν μία (1) και μόνη φορά σε ένα βιβλίο 300+ σελίδων, ήταν λάθος. Η βιβλιοκριτικός της εφημερίδας, στην παρουσίαση του βιβλίου (δεν μπορώ να αποκαλέσω κριτική ένα κείμενο 150 λέξεων), έκρινε καλό να αναφερθεί στη μετάφραση· έκρινε επίσης καλό η μοναδική της αναφορά στη μετάφραση να είναι αυτό το καταραμένο λάθος, το οποίο έτυχε να ξεφύγει και από μένα και από τον διορθωτή. Καταλαβαίνετε τα κίνητρά της; Εγώ όχι.
Πριν από περισσότερα χρόνια, έκανα μια μετάφραση για την οποία είμαι περήφανος. Έχει κάποιες ατέλειες, βέβαια – και ένα μεταφραστικό λάθος για το οποίο νιώθω ακόμα και σήμερα ντροπή, αν και μέσα στο κείμενο περνάει απαρατήρητο. Ήταν όμως πολύ καλή δουλειά, και περίμενα με αγωνία να ακούσω γνώμες. Οι κριτικές στις εφημερίδες ήταν πολύ θετικές, αλλά, λίγο καιρό μετά, μια φίλη μου διορθώτρια μου είπε πως κάποιος που είχε σε εκτίμηση της είπε ότι η μετάφραση δεν ήταν καλή. Εκείνη του είπε ότι γνώριζε τον μεταφραστή, και (από ενδιαφέρον) τον ρώτησε τι ακριβώς δεν ήταν καλό στη μετάφραση, και αν θα μπορούσε να της αναφέρει κάποιο παράδειγμα. Ο τύπος άρχισε να μασάει τα λόγια του, να λέει πως δεν θα ήταν σωστό να κάνει κάτι τέτοιο, μετά πήγε να πει κάτι γενικότητες, και τελικά αρνήθηκε να κάνει άλλο σχόλιο. Και ερωτώ: πώς διάολο θάβεις τη δουλειά κάποιου χωρίς να είσαι σε θέση να στηρίξεις την άποψή σου;
Τα παρατράγουδα, βέβαια, είχαν ξεκινήσει παλιότερα, από τα πρώτα μου μεγάλα κείμενα. Σε μια περίπτωση, ένας εκδότης εξέφρασε τη γνώμη ότι η μετάφρασή μου του φάνηκε «κάπως». Ό,τι καταλάβατε, κατάλαβα. Να πω, εδώ, ότι το πρωτότυπο ήταν του προηγούμενου αιώνα, και ο συγγραφέας ήταν αρκετά στυλίστας, και προσπάθησα να μεταφέρω αυτό το στυλ και στη μετάφραση. Ίσως να εννοούσε αυτό – αλλά ποτέ δεν μου το είπε ξεκάθαρα. Ούτε μου είχε πει, όταν ανέλαβα τη μετάφραση, πως το ήθελε «ξερό» το κείμενο, για να στοχεύσει σε πιο «νεανικό» κοινό. Θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου.
Σε μια άλλη περίπτωση, ο επιμελητής κάποιου εκδοτικού οίκου μου είπε ότι υπήρχαν αγγλισμοί στη μετάφρασή μου – κάτι που προσπαθώ να αποφεύγω όπως ο διάολος το λιβάνι. Επί είκοσι λεπτά επέμενα να μου δείξει κάποιον αγγλισμό. Επί είκοσι λεπτά αρνιόταν πεισματικά. Ίσως γιατί δεν είχε πάρει την επιχορήγηση που περίμενε, και ήθελε μια δικαιολογία για να κόψει τη συνεργασία μας. Να σημειώσω ότι τα δύο κείμενα (αγγλικό και ελληνικό) τα είχε μπροστά του...
Και να τελειώσω με κάτι που συνέβη σε φίλη μου, και που πραγματικά με εξόργισε – ήμουν έτοιμος να στείλω επιστολή διαμαρτυρίας, και την τελευταία στιγμή με σταμάτησε ένας (πιο ψύχραιμος) κοινός μας φίλος.
Η φίλη μου, λοιπόν, έκανε μια μετάφραση. Και κάποιος κύριος έκανε κριτική στο βιβλίο, σε κάποια εφημερίδα. Και έγραψε ότι η μετάφραση ήταν τόσο κακή που θα μπορούσε άνετα να συγκριθεί με την κάκιστη μετάφραση ενός άλλου βιβλίου του ίδιου συγγραφέα (από διαφορετικό μεταφραστή εκείνο). Τι γίνεται, όμως τώρα... Αφενός, εγώ είχα διαβάσει τη μετάφραση πριν εκδοθεί, και ήταν μια χαρά (υπόψιν ότι είμαι πολύ αυστηρός κριτής, και ιδίως προς δικούς μου ανθρώπους), και, αφετέρου, είχα διαβάσει και το άλλο βιβλίο – και στο πρωτότυπο και στη μετάφραση. Και σας διαβεβαιώ ότι οι δυο μεταφράσεις ήταν η μέρα με τη νύχτα. Άσχετα με το γλωσσικό ύφος (το οποίο μπορεί, ως ένα βαθμό, να αποκλίνει από το πρωτότυπο, ανάλογα με τις επιλογές του μεταφραστή), η μετάφραση του άλλου βιβλίου ήταν γεμάτη λάθη και παρανοήσεις του πρωτοτύπου, στοιχεία που απουσίαζαν εντελώς από τη μετάφραση της φίλης μου. Αναρωτιέμαι, λοιπόν: ένας κατά τεκμήριο μορφωμένος άνθρωπος (αφού του έδωσαν μια ολόκληρη σελίδα σε μεγάλη εφημερίδα για να γράψει βιβλιοκριτική) δεν είναι σε θέση να καταλάβει πότε μια μετάφραση είναι κακή και πότε όχι;
Και τις πράγματι κακές μεταφράσεις των «τρανταχτών ονομάτων» δεν τις αναφέρει κανείς. Σιωπή και Λήθη...
5.8.06
Εξέλιξη και Κατήχηση
Παίρνω τη σκυτάλη από τον Αθήναιο και τη Ροδιά (ίσως το έχουν αναφέρει κι άλλοι που δεν θυμάμαι τώρα), και σας παροτρύνω να πάτε να διαβάσετε και να υπογράψετε το
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
εφόσον, βέβαια, σας ενδιαφέρει η επιστήμη -- όχι μόνο της βιολογίας, αλλά και γενικότερα.
Αυτή η υπόθεση μου δημιουργεί έναν έντονο προβληματισμό για το τι διδάσκονται σήμερα τα παιδιά στο σχολείο, και θέλω να πω δυο πράγματα επ' αυτού:
1. Στο βιβλίο της Φυσικής της Ε΄ Δημοτικού (το έχω αναφέρει ξανά σε κάποιο σχόλιο, και το έχουν γράψει παλιότερα κι άλλοι μπλόγκερ), στη σελίδα 93, υπάρχει το εξής κείμενο:
Ο ήχος γκρεμίζει τείχη
Μελετώντας την ιστορία μαθαίνουμε ότι η
κατάκτηση της Ιεριχούς από τους Εβραίους δεν
ήταν καθόλου εύκολη, λόγω των καλών
οχυρωματικών της έργων. Ο αρχηγός τους, ο
Ιησούς του Ναυί, έβαλε τους Εβραίους να
φτιάξουν ειδικές σάλπιγγες. Όταν αυτές σάλπισαν
όλες μαζί, τα τείχη κατέρρευσαν «σαν από θαύμα».
Τα περί κατάρρευσης των τειχών αφήνω να τα σχολιάσει κανένας φυσικός, αλλά ομολογώ πως δεν κατάλαβα πότε η Παλαιά Διαθήκη αναβαθμίστηκε σε ιστορία. Κάτι που οι χριστιανοί φονταμενταλιστές δίνουν σκληρή (και ανέντιμη) μάχη να πετύχουν στην Αμερική, εμείς εδώ τους το χαρίζουμε έτσι, ελαφρά τη καρδία; Αλήθεια, τι έχουν να πουν οι ιστορικοί πάνω σ' αυτό;
2. Εδώ και καιρό άκουγα πολλούς ανθρώπους (εκπαιδευτικούς και πολιτικούς) να διαμαρτύρονται για τον τρόπο με τον οποίο διδάσκονται τα θρησκευτικά στο ελληνικό σχολείο. Και οι ιεράρχες απαντούσαν "μα το μάθημα των θρησκευτικών δεν είναι κατήχηση, είναι θρησκειολογία, αφού οι μαθητές διδάσκονται και πράγματα για τις άλλες θρησκείες". Και είπα να δω τι γίνεται ιδίοις όμμασι. Και είδον. Και ιδού η προσφιλής τακτική των ανωτέρων κληρικών: η "μισή αλήθεια". Ισχύει αυτό που λένε, αλλά μόνο στο Λύκειο. Στο Γυμνάσιο, και κυρίως στο Δημοτικό (όπου γίνεται η μεγαλύτερη ζημιά), το μάθημα των θρησκευτικών είναι καθαρή κατήχηση.
Στην Γ΄ Δημοτικού, που είναι η πρώτη χρονιά που θα διδαχθεί θρησκευτικά, το παιδί (ηλικίας 8 ετών, μην το ξεχνάτε) θα μάθει:
-- ότι, για κάθε καινούργιο και σπουδαίο γεγονός της ζωής μας, ζητάμε τη βοήθεια του Θεού, κι εκείνος θα βρίσκεται κοντά μας και θα μας βοηθάει
-- ότι, όταν αντικρίζουμε το σταυρό, μας έρχεται στο νου ο Χριστός, που μαρτύρησε πάνω σ' αυτόν για μας, και γι' αυτό ο σταυρός είναι το στολίδι μας, το φυλαχτό μας και η δύναμή μας
-- πώς να κάνει το σταυρό του
-- ότι ο Θεός είναι πάντα κοντά μας και μπορούμε να του μιλήσουμε μέσω της προσευχής, είτε για να τον παρακαλέσουμε για κάτι είτε για να τον ευχαριστήσουμε
-- το "πάτερ ημών"
-- διάφορα απολυτίκια
-- ότι ο Θεός, με τη σοφία του, έφτιαξε τον θαυμαστό κόσμο που μας περιβάλλει
-- ότι ο ερχομός ενός παιδιού στον κόσμο, μέσα από το "θαύμα της γέννησης", αποτελεί δώρο του Θεού και απόδειξη της αγάπης και της δύναμής του
-- ότι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο (Αδάμ) από χώμα και του φύσηξε μέσα του θεϊκή πνοή, και μετά πήρε λίγο από το πλευρό του και έφτιαξε την γυναίκα (Εύα)
[εδώ έχει και μια "ιστορική γραμμή" που δείχνει τη δημιουργία του κόσμου, τη γέννηση του Χριστού και τη σημερινή εποχή -- με άλλα λόγια, αυτά που σας λέμε δεν είναι παραμυθάκια, αλλά ιστορική πραγματικότητα...]
-- ότι ο άνθρωπος διαθέτει κάποια χαρίσματα, που τον κάνουν να ξεχωρίζει από τα άλλα ζώα, και αυτά τα χαρίσματα είναι δώρα του Θεού, και, όταν βαφτιστεί, ο Θεός τον προικίζει και με άλλα χαρίσματα
-- ότι, στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μας, ο Θεός, η Παναγία και οι Άγιοι είναν δίπλα μας
-- τις δέκα εντολές, οι οποίες, φυσικά, προέρχονται από τον ίδιο το Θεό, και οι οποίες μοιάζουν με τις συμβουλές ενός πατέρα
-- ότι το ουράνιο τόξο είναι "η υπόσχεση του Θεού για την αγάπη του"
-- ότι, όταν ο κόσμος κινδυνεύει να χαθεί, εξαιτίας της απομάκρυνσης του ανθρώπου από το Θεό, εκείνος παρεμβαίνει και τον σώζει
-- ότι στο πρόσωπο της Παναγίας, που καταγόταν από τη γενιά του βασιλιά Δαβίδ, εκπληρώθηκαν όλες οι προφητείες για τον ερχομό του μεσσία
-- ότι η γέννηση του Χριστού είναι απόδειξη της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο
-- ότι με τη βάπτιση του Ιησού από τον Πρόδρομο φανερώθηκε ο θεός ως τριάδα αχώριστη
-- ότι στα Θεοφάνια αγιάζονται τα νερά και όλο το περιβάλλον μας, και ότι για να πιούμε από τον αγιασμό πρέπει να έχουμε νηστέψει
-- ότι ο ρόλος του νονού και της νονάς είναι να βοηθήσουν το παιδί να γίνει καλός χριστιανός
-- ότι με το χρίσμα μεταδίδονται στο παιδί τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος
-- ότι την ημέρα της ονομαστικής μας εορτής πρέπει να πάμε στην εκκλησία, να φιλήσουμε την εικόνα του Αγίου που μας προστατεύει και να κοινωνήσουμε.
Σταματώ εδώ. Αν αυτό δεν είναι Κατήχηση, δεν ξέρω τι είναι -- ίσως θα πρέπει να αλλάξουμε το νόημα των λέξεων (άλλη προσφιλής τακτική των ιεραρχών). Και όλα αυτά (το ξαναλέω) απευθύνονται σε παιδιά 8 ετών. Και η ίδια τακτική ακολουθείται και στις υπόλοιπες τάξεις του Δημοτικού, όπου τα παιδιά μαθαίνουν τα ίδια πράγματα με λίγο μεγαλύτερη λεπτομέρεια. Στο Γυμνάσιο, αρχίζει και παίρνει μια πιο "φιλοσοφική" διάσταση το μάθημα -- πάντα στα δογματικά πλαίσια, βέβαια -- και, στο τέλος της Γ΄ Γυμνασίου, γίνεται και μια σύντομη αναφορά στα άλλα χριστιανικά δόγματα.
Και επιστρέφω εκεί απ' όπου ξεκίνησα. Σας παρακαλώ, διαβάστε το κείμενο όπου σας παραπέμπω στην αρχή, και υπογράψτε το (η υπογραφή γίνεται μέσω e-mail). Είναι μια ευκαιρία να βάλουμε λίγη ακόμη επιστημονική σκέψη στο μυαλό των παιδιών, που βομβαρδίζονται συνεχώς από τον θεοκρατικό σκοταδισμό -- λες κι ο Διαφωτισμός δεν υπήρξε ποτέ...
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
εφόσον, βέβαια, σας ενδιαφέρει η επιστήμη -- όχι μόνο της βιολογίας, αλλά και γενικότερα.
Αυτή η υπόθεση μου δημιουργεί έναν έντονο προβληματισμό για το τι διδάσκονται σήμερα τα παιδιά στο σχολείο, και θέλω να πω δυο πράγματα επ' αυτού:
1. Στο βιβλίο της Φυσικής της Ε΄ Δημοτικού (το έχω αναφέρει ξανά σε κάποιο σχόλιο, και το έχουν γράψει παλιότερα κι άλλοι μπλόγκερ), στη σελίδα 93, υπάρχει το εξής κείμενο:
Ο ήχος γκρεμίζει τείχη
Μελετώντας την ιστορία μαθαίνουμε ότι η
κατάκτηση της Ιεριχούς από τους Εβραίους δεν
ήταν καθόλου εύκολη, λόγω των καλών
οχυρωματικών της έργων. Ο αρχηγός τους, ο
Ιησούς του Ναυί, έβαλε τους Εβραίους να
φτιάξουν ειδικές σάλπιγγες. Όταν αυτές σάλπισαν
όλες μαζί, τα τείχη κατέρρευσαν «σαν από θαύμα».
Τα περί κατάρρευσης των τειχών αφήνω να τα σχολιάσει κανένας φυσικός, αλλά ομολογώ πως δεν κατάλαβα πότε η Παλαιά Διαθήκη αναβαθμίστηκε σε ιστορία. Κάτι που οι χριστιανοί φονταμενταλιστές δίνουν σκληρή (και ανέντιμη) μάχη να πετύχουν στην Αμερική, εμείς εδώ τους το χαρίζουμε έτσι, ελαφρά τη καρδία; Αλήθεια, τι έχουν να πουν οι ιστορικοί πάνω σ' αυτό;
2. Εδώ και καιρό άκουγα πολλούς ανθρώπους (εκπαιδευτικούς και πολιτικούς) να διαμαρτύρονται για τον τρόπο με τον οποίο διδάσκονται τα θρησκευτικά στο ελληνικό σχολείο. Και οι ιεράρχες απαντούσαν "μα το μάθημα των θρησκευτικών δεν είναι κατήχηση, είναι θρησκειολογία, αφού οι μαθητές διδάσκονται και πράγματα για τις άλλες θρησκείες". Και είπα να δω τι γίνεται ιδίοις όμμασι. Και είδον. Και ιδού η προσφιλής τακτική των ανωτέρων κληρικών: η "μισή αλήθεια". Ισχύει αυτό που λένε, αλλά μόνο στο Λύκειο. Στο Γυμνάσιο, και κυρίως στο Δημοτικό (όπου γίνεται η μεγαλύτερη ζημιά), το μάθημα των θρησκευτικών είναι καθαρή κατήχηση.
Στην Γ΄ Δημοτικού, που είναι η πρώτη χρονιά που θα διδαχθεί θρησκευτικά, το παιδί (ηλικίας 8 ετών, μην το ξεχνάτε) θα μάθει:
-- ότι, για κάθε καινούργιο και σπουδαίο γεγονός της ζωής μας, ζητάμε τη βοήθεια του Θεού, κι εκείνος θα βρίσκεται κοντά μας και θα μας βοηθάει
-- ότι, όταν αντικρίζουμε το σταυρό, μας έρχεται στο νου ο Χριστός, που μαρτύρησε πάνω σ' αυτόν για μας, και γι' αυτό ο σταυρός είναι το στολίδι μας, το φυλαχτό μας και η δύναμή μας
-- πώς να κάνει το σταυρό του
-- ότι ο Θεός είναι πάντα κοντά μας και μπορούμε να του μιλήσουμε μέσω της προσευχής, είτε για να τον παρακαλέσουμε για κάτι είτε για να τον ευχαριστήσουμε
-- το "πάτερ ημών"
-- διάφορα απολυτίκια
-- ότι ο Θεός, με τη σοφία του, έφτιαξε τον θαυμαστό κόσμο που μας περιβάλλει
-- ότι ο ερχομός ενός παιδιού στον κόσμο, μέσα από το "θαύμα της γέννησης", αποτελεί δώρο του Θεού και απόδειξη της αγάπης και της δύναμής του
-- ότι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο (Αδάμ) από χώμα και του φύσηξε μέσα του θεϊκή πνοή, και μετά πήρε λίγο από το πλευρό του και έφτιαξε την γυναίκα (Εύα)
[εδώ έχει και μια "ιστορική γραμμή" που δείχνει τη δημιουργία του κόσμου, τη γέννηση του Χριστού και τη σημερινή εποχή -- με άλλα λόγια, αυτά που σας λέμε δεν είναι παραμυθάκια, αλλά ιστορική πραγματικότητα...]
-- ότι ο άνθρωπος διαθέτει κάποια χαρίσματα, που τον κάνουν να ξεχωρίζει από τα άλλα ζώα, και αυτά τα χαρίσματα είναι δώρα του Θεού, και, όταν βαφτιστεί, ο Θεός τον προικίζει και με άλλα χαρίσματα
-- ότι, στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μας, ο Θεός, η Παναγία και οι Άγιοι είναν δίπλα μας
-- τις δέκα εντολές, οι οποίες, φυσικά, προέρχονται από τον ίδιο το Θεό, και οι οποίες μοιάζουν με τις συμβουλές ενός πατέρα
-- ότι το ουράνιο τόξο είναι "η υπόσχεση του Θεού για την αγάπη του"
-- ότι, όταν ο κόσμος κινδυνεύει να χαθεί, εξαιτίας της απομάκρυνσης του ανθρώπου από το Θεό, εκείνος παρεμβαίνει και τον σώζει
-- ότι στο πρόσωπο της Παναγίας, που καταγόταν από τη γενιά του βασιλιά Δαβίδ, εκπληρώθηκαν όλες οι προφητείες για τον ερχομό του μεσσία
-- ότι η γέννηση του Χριστού είναι απόδειξη της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο
-- ότι με τη βάπτιση του Ιησού από τον Πρόδρομο φανερώθηκε ο θεός ως τριάδα αχώριστη
-- ότι στα Θεοφάνια αγιάζονται τα νερά και όλο το περιβάλλον μας, και ότι για να πιούμε από τον αγιασμό πρέπει να έχουμε νηστέψει
-- ότι ο ρόλος του νονού και της νονάς είναι να βοηθήσουν το παιδί να γίνει καλός χριστιανός
-- ότι με το χρίσμα μεταδίδονται στο παιδί τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος
-- ότι την ημέρα της ονομαστικής μας εορτής πρέπει να πάμε στην εκκλησία, να φιλήσουμε την εικόνα του Αγίου που μας προστατεύει και να κοινωνήσουμε.
Σταματώ εδώ. Αν αυτό δεν είναι Κατήχηση, δεν ξέρω τι είναι -- ίσως θα πρέπει να αλλάξουμε το νόημα των λέξεων (άλλη προσφιλής τακτική των ιεραρχών). Και όλα αυτά (το ξαναλέω) απευθύνονται σε παιδιά 8 ετών. Και η ίδια τακτική ακολουθείται και στις υπόλοιπες τάξεις του Δημοτικού, όπου τα παιδιά μαθαίνουν τα ίδια πράγματα με λίγο μεγαλύτερη λεπτομέρεια. Στο Γυμνάσιο, αρχίζει και παίρνει μια πιο "φιλοσοφική" διάσταση το μάθημα -- πάντα στα δογματικά πλαίσια, βέβαια -- και, στο τέλος της Γ΄ Γυμνασίου, γίνεται και μια σύντομη αναφορά στα άλλα χριστιανικά δόγματα.
Και επιστρέφω εκεί απ' όπου ξεκίνησα. Σας παρακαλώ, διαβάστε το κείμενο όπου σας παραπέμπω στην αρχή, και υπογράψτε το (η υπογραφή γίνεται μέσω e-mail). Είναι μια ευκαιρία να βάλουμε λίγη ακόμη επιστημονική σκέψη στο μυαλό των παιδιών, που βομβαρδίζονται συνεχώς από τον θεοκρατικό σκοταδισμό -- λες κι ο Διαφωτισμός δεν υπήρξε ποτέ...
1.8.06
Πτεροδάκτυλοι και πράσινα άλογα
Κουραστική μέρα η σημερινή, κάθομαι λίγο στην τηλεόραση να ξαποστάσω, και, πάνω στο ζάπινγκ, πετυχαίνω τον διαβόητο συνωμοσιολόγο - ψευδολόγο πλασιέ Λιάκουρα. Και λίγο έλειψε να πάθω εγκεφαλικό.
Γιατί, σαν να μην έφταναν τα παραμύθια περί σκελετού κενταύρου και λειψάνου γοργόνας, με τα οποία είχε φουσκώσει τα μυαλά των αφελών οπαδών του (ναι, υπάρχουν τέτοιοι, και μάλιστα πολλοί...) εδώ και χρόνια, σήμερα ξεπέρασε εαυτόν: έδειξε φωτογραφία του 1860 (λέει), που απεικονίζει μια ομάδα στρατιωτών του αμερικάνικου εμφυλίου (λέει), πάνω από το πτώμα ενός πτεροδάκτυλου (λέει).
Το συνειδητοποιείτε; ΠΤΕΡΟΔΑΚΤΥΛΟΥ. (!!!!!!!!!)
Ενός όντος που έχει εκλείψει εδώ και 65 εκατομμύρια χρόνια!
Ιδού και η φωτογραφία:
Είναι ν' απορεί κανείς – δεν καταλαβαίνει ο Λιακόπουλος ότι γίνεται ρεζίλι έτσι; Δεν καταλαβαίνει ότι αρκούν δύο (2) λεπτά στο ίντερνετ για να ανακαλύψει κανείς ότι η φωτογραφία είναι πλαστή (όπως ακριβώς ο κένταυρος και η γοργόνα); Η φωτογραφία, όπως μπορείτε να διαβάσετε εδώ (κάτω-κάτω στη σελίδα) φτιάχτηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ως μέρος της καμπάνιας για την προώθηση μιας σειράς επιστημονικής φαντασίας.
Λίγο μετά, στην ίδια εκπομπή πάντα, ο Λιάκουρας δείχνει μια σειρά από πέτρες που έχουν πάνω τους, μεταξύ άλλων, ζωγραφισμένες εικόνες δεινοσαύρων μαζί με ανθρώπους (!!!). Πρόκειται για τις λεγόμενες Ica stones, στο Περού. Πληροφορίες μπορείτε να βρείτε σε πολλές-πολλές σελίδες, αλλά σας προτείνω να πάτε στο Skepdic, για μια πιο νηφάλια άποψη. Και βέβαια δεν είναι καθόλου περίεργο που ο Λιακόπουλος προβάλλει αυτές τις πέτρες, διότι είναι αγαπημένο θέμα των δημιουργιστών, καθώς “αποδεικνύουν” ότι οι δεινόσαυροι συνυπήρχαν με τους ανθρώπους, άρα η θεωρία της εξέλιξης των ειδών έχει λάθος, οι βιολόγοι έχουν λάθος, οι παλαιοντολόγοι έχουν λάθος, και η μόνη σωστή είναι η Αγία Γραφή...
Το πιο εξοργιστικό απ' όλα, όμως, είναι η στάση του Λιάκουρα απέναντι σ' όλα αυτά τα “κουφά” (διάβαζε: απάτες) που δείχνει.
“Εγώ απλά σας τα δείχνω”, λέει, “κρίνετε μόνοι σας”.
Αυτό, σε ελεύθερη μετάφραση, σημαίνει το εξής:
“Εγώ θα σας δείχνω ό,τι μπαρούφες, ψεύδη, απάτες, ανοησίες κ.τ.λ. θέλω, για να πουλήσω τα βιβλιαράκια μου, κι άντε εσείς να βρείτε την αλήθεια, κορόιδα – αλλά ξέρω ότι δεν θα ψάξετε και θα καταπιείτε ό,τι σας δίνω αμάσητα...”
Κύριε Λιακόπουλε, να φοβάστε – γιατί, αν ποτέ καταφέρει να εξαπλωθεί το ίντερνετ σ' αυτό εδώ το χοιροστάσιο που θέλει να αυτοαποκαλείται χώρα, οι ψευδολογίες σας και τα σαβουροπακέτα σας δεν θα βρίσκουν πλέον απήχηση – θα καταρρίπτονται εντός ολίγων λεπτών.
Α, να μην το ξεχάσω -- έχουμε και τα πράσινα άλογα:
Γιατί, σαν να μην έφταναν τα παραμύθια περί σκελετού κενταύρου και λειψάνου γοργόνας, με τα οποία είχε φουσκώσει τα μυαλά των αφελών οπαδών του (ναι, υπάρχουν τέτοιοι, και μάλιστα πολλοί...) εδώ και χρόνια, σήμερα ξεπέρασε εαυτόν: έδειξε φωτογραφία του 1860 (λέει), που απεικονίζει μια ομάδα στρατιωτών του αμερικάνικου εμφυλίου (λέει), πάνω από το πτώμα ενός πτεροδάκτυλου (λέει).
Το συνειδητοποιείτε; ΠΤΕΡΟΔΑΚΤΥΛΟΥ. (!!!!!!!!!)
Ενός όντος που έχει εκλείψει εδώ και 65 εκατομμύρια χρόνια!
Ιδού και η φωτογραφία:
Είναι ν' απορεί κανείς – δεν καταλαβαίνει ο Λιακόπουλος ότι γίνεται ρεζίλι έτσι; Δεν καταλαβαίνει ότι αρκούν δύο (2) λεπτά στο ίντερνετ για να ανακαλύψει κανείς ότι η φωτογραφία είναι πλαστή (όπως ακριβώς ο κένταυρος και η γοργόνα); Η φωτογραφία, όπως μπορείτε να διαβάσετε εδώ (κάτω-κάτω στη σελίδα) φτιάχτηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ως μέρος της καμπάνιας για την προώθηση μιας σειράς επιστημονικής φαντασίας.
Λίγο μετά, στην ίδια εκπομπή πάντα, ο Λιάκουρας δείχνει μια σειρά από πέτρες που έχουν πάνω τους, μεταξύ άλλων, ζωγραφισμένες εικόνες δεινοσαύρων μαζί με ανθρώπους (!!!). Πρόκειται για τις λεγόμενες Ica stones, στο Περού. Πληροφορίες μπορείτε να βρείτε σε πολλές-πολλές σελίδες, αλλά σας προτείνω να πάτε στο Skepdic, για μια πιο νηφάλια άποψη. Και βέβαια δεν είναι καθόλου περίεργο που ο Λιακόπουλος προβάλλει αυτές τις πέτρες, διότι είναι αγαπημένο θέμα των δημιουργιστών, καθώς “αποδεικνύουν” ότι οι δεινόσαυροι συνυπήρχαν με τους ανθρώπους, άρα η θεωρία της εξέλιξης των ειδών έχει λάθος, οι βιολόγοι έχουν λάθος, οι παλαιοντολόγοι έχουν λάθος, και η μόνη σωστή είναι η Αγία Γραφή...
Το πιο εξοργιστικό απ' όλα, όμως, είναι η στάση του Λιάκουρα απέναντι σ' όλα αυτά τα “κουφά” (διάβαζε: απάτες) που δείχνει.
“Εγώ απλά σας τα δείχνω”, λέει, “κρίνετε μόνοι σας”.
Αυτό, σε ελεύθερη μετάφραση, σημαίνει το εξής:
“Εγώ θα σας δείχνω ό,τι μπαρούφες, ψεύδη, απάτες, ανοησίες κ.τ.λ. θέλω, για να πουλήσω τα βιβλιαράκια μου, κι άντε εσείς να βρείτε την αλήθεια, κορόιδα – αλλά ξέρω ότι δεν θα ψάξετε και θα καταπιείτε ό,τι σας δίνω αμάσητα...”
Κύριε Λιακόπουλε, να φοβάστε – γιατί, αν ποτέ καταφέρει να εξαπλωθεί το ίντερνετ σ' αυτό εδώ το χοιροστάσιο που θέλει να αυτοαποκαλείται χώρα, οι ψευδολογίες σας και τα σαβουροπακέτα σας δεν θα βρίσκουν πλέον απήχηση – θα καταρρίπτονται εντός ολίγων λεπτών.
Α, να μην το ξεχάσω -- έχουμε και τα πράσινα άλογα:
Subscribe to:
Posts (Atom)